όλη η ζωή μικροί ταξιδεμοί
κάθε βήμα.. κάθε βλέμμα
το βιβλίο που θα διαβάσεις
η μουσική που θα ακούσεις·

και η μνήμη
μνήμη μου.. ο μεγαλύτερος..
Ιω

"Και πώς ξέρετε αν, καθώς ταξιδεύω έτσι, δεν έχω πάρει από πίσω, στα σκοτεινά, τον ίδιο μου τον εαυτό;"
(Φερνάντο Πεσσόα -
« Το Βιβλίο της Ανησυχίας»)

Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

αφόρετα γέλια



αφόρετα γέλια



αφόρετα του αύριο τα γέλια
αυτά που σ' όψη και κόψη
κάναν το χθες
μνήμη του σήμερα -τροφή-
αφόρητα

έχω ακόμη
σε χέρια ριζιμιά
τρώγω
πίνω
ντύνομαι ζεστά
-μη σε μέλει-

σε μαρμαρένιο αλώνι ξαγρυπνώ
φορώ τ' ασήμι στο λαιμό
σίδερο έχω στο χέρι
βλέμμα φωτιά στο ύψωμα
γέλια να φέρω πάλι
-λάφια- στολίδια της ψυχής
μαζί με τα πουλιά




Σημ.: Φωτ. από το διαδίκτυο


Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

αυτό σκοτώνει άνθρωπο



 "μαμά, ζούμε τα καλύτερα μας χρόνια
στη χειρότερη εποχή
κοίτα γύρω
η βία στα νησιά
στις πόλεις
ο φόβος μιας πανδημίας"

-λόγια της έφηβης κόρης μου, σήμερα-

......

κάθε εποχή

τον ίδιο κίνδυνο παλεύει

απλά  άλλο μέσο την παράνοια κουβαλά

πότε ένα τρένο

πότε ένα καράβι

ξεφορτώνει το μίσος για τον άνθρωπο

 νησιά κελιά

σφιχτά κρατώ τον αδελφό

τη γλώσσα μου ας μη ξέρει

 πόλεις  θάλαμοι

γλυκοφιλώ τον άρρωστο

στιγμή μη φοβηθεί


μη φοβηθείς στιγμή μικρή μου 


το μίσος που δούλοι αφεντικών

μολύνουν τον αέρα

ο φόβος

αυτό σκοτώνει άνθρωπο

κι όχι η επαφή

....

Υ.Γ. ο άνθρωπος γεννήθηκε ελεύθερος για να ζει
να αγωνίζεται για το δίκιο, να δημιουργεί
να προσφέρει, να γελά
να μοιράζεται, ν' ανασαίνει 

"να έχει όλα εκείνα που ήταν να έχει" (Νικ. Γκιγιέν)

μη φοβηθείς στιγμή - ύψωσε τη γροθιά σου
διεκδίκησε την εποχή που θέλεις να ζήσεις 
όχι μόνο τα καλύτερα
μα όλα σου τα χρόνια 

άκου
https://www.youtube.com/watch?v=DKU-qWSHGKM

"You say the hill's too steep to climb,
Chiding!
You say you'd like to see me try,
Climbing!
You pick the place and I'll choose the time
And I'll climb
The hill in my own way
just wait a while, for the right day
And as I rise above the treeline and the clouds
I look down hear the sound of the things you said today
Fearlessly the idiot faced the crowd, smiling
Merciless, the magistrate turns 'round, frowning
and who's the fool who wears the crown
Go down in your own way
And everyday is the right day
And as you rise above the fear lines in his brown
You look down
Hear the sound of the faces in the crowd"

( Fearless - David Jon Gilmour / Roger Waters)

Σ'αγαπώ
 είμαι δίπλα σου

η μαμά σου
...

Ιω



Σημ.: Φωτ. από το διαδίκτυο



Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2020

Μισέλ Τουρνιέ - Όταν τα χέρια ξέρουν να διαβάζουν




Όταν τα χέρια ξέρουν να διαβάζουν


Κάθε μέρα γίνομαι μάρτυρας και πρωταγωνιστής ενός θαύματος που ωστόσο δε κατορθώνω να το συνηθίσω: πρόκειται για το θαύμα της ανάγνωσης. Μου δίνουν ένα πακέτο από φύλλα χαρτιού μαυρισμένα με κάτι σημάδια. Τα κοιτάζω και ιδού το θαύμα: στο νου μου ξυπνούν ιππότες και ωραίες δέσποινες, πύργοι, πάρκα με αγάλματα και σπάνια ζώα.

Ξεδιπλώνονται ιστορίες που μου κόβουν την ανάσα, αστείες ή συγκινητικές, τόσο που πρέπει να συγκρατήσω την ανατριχίλα, το γέλιο ή τα δάκρυά μου. Κι όλες αυτές οι αποκαλύψεις, γεννιούνται από ένα μουτζουρωμένο χαρτί.

Τι παράξενο!

Στ’ αλήθεια, αυτές οι αποκαλύψεις γεννιούνται μόνο από ένα μουτζουρωμένο χαρτί;

Δεν είναι και τόσο βέβαιο. 

Κι εγώ τότε; Εγώ, ο αναγνώστης;

Διότι, αυτή η φαντασμαγορία που ανοίγεται στο μυαλό μου με το θαύμα της ανάγνωσης, είναι τόσο το έργο του ίδιου μου του μυαλού, όσο και του γραπτού κειμένου.

Ναι, νομίζω ότι ένα βιβλίο έχει πάντα δύο δημιουργούς: Αυτόν που το έγραψε και αυτόν που το διαβάζει.

Ένα βιβλίο που γράφτηκε αλλά δεν διαβάζεται, δεν υπάρχει. Είναι ένα ον εν δυνάμει, που εξαντλείται στις επικλήσεις του προς τον αναγνώστη, όπως ένας σπόρος πετά ακολουθώντας τον άνεμο ώσπου να πέσει σε ένα βαθούλωμα εύφορης γης, όπου θα μπορέσει επιτέλους να πραγματωθεί, να γίνει δηλαδή φύλλο, λουλούδι, καρπός.

Αν όμως η συνηθισμένη ανάγνωση είναι ένα θαύμα, τι να πούμε για την ψηλαφητή ανάγνωση του τυφλού;

Αυτό το ιδιαίτερο είδος ανάγνωσης περιέχει για μένα μια όψη γεμάτη μυστήριο, αλλά και μια πλευρά γοητευτική και καθησυχαστική. Το μυστήριο είναι η νοητική εικόνα που σχηματίζει ξεκινώντας από τις λέξεις ένας άνθρωπος που δεν βλέπει.

Μιλώ για ένα τοπίο, ένα πρόσωπο, ένα σώμα. Πως αποκτούν μορφή όλα αυτά στο μυαλό ενός ανθρώπου που δεν έχει κανένα υλικό γραμμών και χρωμάτων;



Υπάρχει όμως και κάτι που μου είναι πολύ αγαπητό και οικείο στην ανάγνωση με την ψηλάφηση:
Το άγγιγμα του βιβλίου.

Έδινα πάντα ιδιαίτερη προσοχή στον τρόπο με τον οποίο ο κόσμος πιάνει στα χέρια του ένα βιβλίο.

Μερικοί το χουφτώνουν σαν κάποιο συνηθισμένο και χυδαίο αντικείμενο. Νομίζεις ότι πρόκειται να το δολοφονήσουν. Και οπωσδήποτε είναι εντελώς αναίσθητοι στην πνευματική αύρα που περιβάλλει κάθε γραπτό.

Άλλοι, αντίθετα, το πιάνουν με σεβασμό, με φόβο σχεδόν, λες και πρόκειται για νάρκη που απειλεί να εκραγεί από στιγμή σε στιγμή.

Σπάνια συναντάς εκείνη την εξοικείωση με την οποία πιάνει κάποιος ένα βιβλίο, το ανοίγει, το ξεφυλλίζει και το ξανακλείνει με μια φαινομενική αδιαφορία που κρύβει μια μεγάλη αγάπη και μακρά συνήθεια.

Αν λοιπόν το θέαμα του ανθρώπου που πιάνει σωστά ένα βιβλίο δίνει χαρά στο συγγραφέα, φανταστείτε τι αισθάνεται όταν βλέπει να διαβάζουν με την αφή!

Να αγγίζεις τις λέξεις, να οσμίζεσαι τις μεταφορές, να ψηλαφείς
 τη στίξη, να βρίσκεις τα ρήματα, να κρατάς ένα επίθετο ανάμεσα στο δείκτη και τον αντίχειρα, να χαϊδεύεις μια ολόκληρη φράση!

Πόσο τα καταλαβαίνω όλα αυτά. Πόσο καταλαβαίνω ότι ένα βιβλίο μπορεί να γίνει κάτι σαν μικρή γάτα που γουργουρίζει 
στα γόνατά μου και που τα χέρια μου τη χαϊδεύουν 
με μία τρυφερότητα όλο αφοσίωση!

Ζούμε σε έναν κόσμο όπου η οπτική εικόνα κατακλύζει τα πάντα με τη φωτογραφία, την τηλεόραση, τον κινηματογράφο. Την ίδια στιγμή, απαγγέλουν κατά των αισθήσεων, κατά της άμεσης επαφής- της αφής, της γεύσης, της όσφρησης- μια καταδίκη παράλογη που φτωχαίνει φρικτά τη ζωή μας.

Να, λοιπόν, τι σκοπεύω να κάνω τώρα που στις δεκαεννιά μεταφράσεις του βιβλίου μου προστίθεται και η εκδοχή του ειδικά για τυφλούς. Θα πάω να βρω τους νέους μου αναγνώστες και θα τους ρωτήσω: Εσείς, που τα χέρια σας ξέρουν να διαβάζουν, δείξτε μου 
τι βρήκατε σ’ αυτές τις σελίδες.

Στη πραγματικότητα, η ερώτηση αυτή δεν θα είναι παρά η πρώτη, κάτι σαν εισαγωγή σε μιαν άλλη, πολύ πιο σοβαρή και ουσιαστική, εσείς, που δεν είστε διαρκώς θαμπωμένοι από το θέαμα, που δεν σας τυφλώνουν τα φλας, πείτε μου τι ξέρετε.

Μάθετέ μου την αγνή και τρυφερή σοφία των βιβλίων που μυρίζετε και των πραγμάτων που αγγίζετε.



Μισέλ Τουρνιέ

περιοδικό Το Δέντρο, τεύχος 139-140, 2005

πηγή:
https://www.o-klooun.com/anadimosiefseis/misel-tournie-otan-ta-xeria-kseroun-na-diavazoun


οι μέσα λέξεις
 όνομα δεν έχουν
 μυρωδιά - αφή
ταιριαστά φορούν
 σε συναντούν νύχτα
τυφλά σε διαβάζουν

Ιω

https://www.youtube.com/watch?v=Nyd0iwhN2tM

Υ.Γ.  "Αναπνέουμε το ίδιο σκοτάδι κι όμως ο καθένας αλλιώς παραπατά"
Ζοζέ Σαραμάγκου

Σημ.: Φωτ. από το διαδίκτυο

Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2020

το χώμα έδωσε




                                              "η σιωπή είναι ακριβής"
                                              -Mark Rothko-


το χώμα έδωσε 

οι εραστές μείναν λίγοι 
οι θεριστές λιγότεροι
το χώμα έδωσε
δε ζήτησε πολλά
λίγο χρόνο υγρό
   και χέρια ήλιους

ούτε λέξεις
μήτε ζιζάνια προθέσεις 
που φυτρώνουν πνίγοντας
χτύπους καρδιάς

με πείνα
με πόνο
με πέτρα
 με περίφραση η απουσία βιώνεται
και βουβά απαντά


Ιω

https://www.youtube.com/watch?v=elJkqZAm2r4


Σημ.1: Φωτ. "Red on Maroon" - Mark Rothko, 1959
       2. Ο καλλιτέχνης αποφεύγει να εξηγεί τη σημασία του έργου του, γιατί όπως ισχυρίζεται
       «η σιωπή είναι ακριβής».


Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

Κική Δημούλα (1931-2020)




  Ένα ματσάκι ωχρότητα



Με συνοδεύει φιλικά ένας μοναχικός περίπατος.

Για καλή μου τύχη

πηγαίναμε κι οι δυο μας προς τα εκεί.

Παλαιά σχέση ψυχραμένη.

Αστείες παρεξηγήσεις περί Άλλων

που διαλύονται.

Κουτσομπολιά των ονείρων οι άλλοι.

Στεκόμαστε στις βιτρίνες μου.

Είναι αλλαγή της εποχής μου.

Θα φορεθώ πολύ. Κανένα σχέδιο. Ίσια γραμμή.

Λαιμόκοψη. Κεφάλι να σκεπάζει το γόνατο.

Χέρια ντραπαρισμένα στο στήθος χαλαρά.

Ανεξίτηλα χρώματα εισαγωγής· από μέσα.

Ψηλά είναι κατακόκκινο το βράδυ.

Αιματοχυσία εμφυλίου στερεώματος.

Τα κίτρινα χρυσάνθεμα υπαίθριου ανθοπώλη

σε διπλή τιμή με πικραίνουν

- ένα ματσάκι ωχρότητά σου.

Είμαι στα ίχνη μιας βροχής.

Περίεργης. Σα να έβρεχε είναι· άλλοτε.

Απόρρητα βρέχει, κρυφά απ' τη βεβαιότητα

σχεδόν κρυφά κι από την ίδια τη βροχή.

Το ξέρει μόνο η γοητεία του δισταγμού

η τσίγκινη τραγιάσκα κάποιου ήχου

και το συμβούλιο των σταγόνων ψηλά

γύρω από τη στρογγυλή λάμπα του δρόμου.

Απόρρητα βρέχει.

Σα να 'ναι εμπιστευτικό το φανερό.

Όπως και είναι. Πόσες φορές κρυφά από μας

δεν έχουμε συμβεί κρυφά από τις πράξεις μας -

πάντα τελευταίες το μαθαίνουν· από τις συνέπειες

που το γνωρίζουν εξ' αρχής.

Ακόμα κι από τη νεότητα σχεδόν κρυφά γερνάμε.

Σα να 'ναι εμπιστευτικό το ολοφάνερο.

Πάντα τελευταία το μαθαίνει - απ' τη νεότητα

των άλλων.

Μήπως μαθαίνουμε ποτέ ότι δε ζούμε;

Κρυφό μας το κρατάει για πάντα ο θάνατός μας.

Το ξέρει μόνον η ζωή που συνεχίζεται των άλλων.

Κουτσομπολιά ονείρων παρεξήγηση οι άλλοι.



Κική Δημουλά 
Από τη συλλογή "Χαίρε Ποτέ", 1988



***

 Πέρασα

Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Υπήρξα περίεργη και μελετηρή.
Ξέρω απ'όλα. Λίγο απ'όλα.
Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων
μ'ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.
Όχι, δεν ειμαι λυπημένη.
Πέρασα μέρες με βροχή,
εντάθηκα πίσω απ'αυτό
το συρματόπλεγμα το υδάτινο
υπομονετικά κι απαρατήρητα,
όπως ο πόνος των δέντρων
όταν το ύστατο φύλλο τους φεύγει
κι όπως ο φόβος των γενναίων.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.

Πέρασα από κήπους,στάθηκα σε συντριβάνια και είδα πολλά αγαλματίδια να γελούν
σε αθέατα αίτια χαράς.
Και μικρούς ερωτιδείς, καυχησιάρηδες.
Τα τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σε νύχτες μου και ρέμβασα.
Είδα πολλά και ωραία όνειρα
και είδα να ξεχνιέμαι.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Περπάτησα πολύ στα αισθήματα,
τα δικά μου και των άλλων,
κι έμενε πάντα χώρος ανάμεσα τους
να περάσει ο πλατύς χρόνος.
Πέρασα από ταχυδρομεία και ξαναπέρασα.
Έγραψα γράμματα και ξαναέγραψα
και στο θεό της απαντήσεως προσευχήθηκα άκοπα.
Έλαβα κάρτες σύντομες:
εγκάρδιο αποχαιρετιστήριο από την Πάτρα
και κάτι χαιρετίσματα
απο τον Πύργο της Πίζας που γέρνει.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη που γέρνει η μέρα.
Mίλησα πολύ. Στους ανθρώπους,
στους φανοστάτες,στις φωτογραφίες.
Και πολύ στις αλυσίδες.
Έμαθα να διαβάζω χέρια
και να χάνω χέρια.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.
Ταξίδεψα μάλιστα.
Πήγα κι από εδώ,πήγα και από εκεί...
Παντού έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από εδώ, έχασα κι από κεί.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
κι από την απροσεξία μου.
Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος. Πές πως το πήρα.
Φοβήθηκα τη μοναξιά
και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν
από το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μιάν ηλιαχτίδα
κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης.
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες
ορθόδοξης ερημιάς.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.
Έπιασα και φωτιά και σιγοκάηκα.
Και δεν μου έλειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα.
Η χάση τους πάνω από θάλασσες κι από μάτια,
σκοτεινή, με ακόνισε.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Όσο μπόρεσα έφερ'αντίσταση σ'αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ,να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.
Σε σωστή ώρα νυχτώνει.


Κική Δημούλα
από τη συλλογή "το λίγο του κόσμου" (1971)


***

Η γη των απουσιών


Τώρα θα κοιτάζεις μία θάλασσα.

Η διάθεση να σ' εντοπίσω
στη συστρεφόμενη εντός μου γη των απουσιών
έτσι σε βρίσκει:
πικρή παραθαλάσσια αοριστία.

Εκεί δεν έχει ακόμα νυχτώσει
κι ας νύχτωσε τόσο δω
των τόπων οι κρίσιμες ώρες
σπάνια συμπίπτουν.
Κάτι σαν φως και ουτε φως,
Η ώρα του εαυτού σου έχει πέσει.

Χορεύουν φύκια
κάτω απ' το τζάμι του νερού.
Τα ρηχά, έχουν κι αυτά
τα βάσανά τους και τα γλέντια τους.

Τώρα θα έχουν λύσει τα μαλλιά τους
οι αγνές ησυχίες τριγύρω
με τη σιωπή σου θα τις κάνεις
γυναίκες σου εκπληρωμένες.
Ξαπλώνουν δίπλα σου.
Η σκέψη σου στερεώνει σκαλοπάτια στον αέρα
κι ανεβαίνει. Σε κρατάει στο ράμφος της.
Που ξέρω εγώ τα ευαίσθητα σημεία του πελάγους
για να σε καταλάβω;

Θα κοιτάζεις μία έρημη θάλασσα.
Το βλέμμα σου δεν παραλλάζει
από πλαγιά που γλυκά
και μ' ανακούφιση σκουραίνει
κατρακυλώντας μες στην απομάκρυνση.
Αναπνέεις με το στέρνο των μακρινών ηρεμιών,
που έχω γι' αυτές διαβάσει
στους πολύτομους κόπους που έδεσα.
Σ' ένα αβαθή σου στεναγμό βούλιαξε ένα βαπόρι.
Δεν θα ήτανε βαπόρι. Θα ήτανε σκιάχτρο
στα υγρά περβόλια της φυγής
να μην πηγαίνουν οι διαθέσεις
να την τσιμπολογάνε.

Η τερατώδης του πελάγους δυνατότητα,
η κίνηση του πλάτους,
φθάνει στα πόδια σου αφρός,
ψευτοεραστής στα πρώτα βότσαλα.
Τους σκάει ένα φιλί και ξεμεθάει.

Τώρα, θα σου έχουν πει ό,τι είχαν να σου πουν
Οι αναδιπλώσεις των κυμάτων
και θα επιστρέφεις κάπου.
Θα παίρνεις κάποιο χωματόδρομο,
μια άλλη άπλα,
αλλού γυμνή κι αλλού ντυμένη με βλάστηση.

Η σκέψη σου, μετά από τόση θάλασσα,
κατέβηκε από γλάρος,
βάζει το δέρμα της προσαρμογής και χάνεται.
όπου είναι θάμνος, πράσινη
όπου σκοτεινό, σκοτεινή.
Εκεί που οι καλαμιές σπέρνουν ψιθύρους,
ψιθυριστή,
όπου περνάει ρίζα, ριζωμένη
όπου κυλάει ρυάκι, ρέουσα
κι όπου δαγκώνει η πέτρα, πέτρινη.

Στην ψυχή σου δεν φθάνει κανείς
ούτε δια ξηράς ούτε δια θαλάσσης.

Αυτό το δισκίο,
το ακουμπισμένο στο μαύρο ατμοσφαιρικό τραπέζι,
που το περνάς κι εσύ, όπως κι οι άλλοι, για φεγγάρι,
ασ' το, δεν είναι φεγγάρι.
Ειναι το βραδινό μου χάπι
το ψυχοτρόπο.

Κική Δημουλά
από τη συλλογή "το λίγο του κόσμου" (1971)


μικρό απόσπασμα από συνέντευξή της:

«Δεν μου ήταν ποτέ εύκολο να συνεννοηθώ με άνθρωπο. Ούτε μπορούσα να καταλάβω γιατί οι άνθρωποι ήταν τόσο διαφορετικοί από εμένα. Αυτό βέβαια ήταν πολύ αφελές από τη μεριά μου, αλλά και πολύ χρήσιμο. Γιατί με είχε σε μια μόνιμη ταραχή, σε μια διαρκή διαμαρτυρία και σ’ ένα πολύ γόνιμο παράπονο… Από την άλλη, είχα μια ευγένεια η οποία με κατέστρεψε απολύτως! Εμπόδισε δηλαδή τη ζωή μου να πάρει το δρόμο της. Υπέμεινα πράγματα τα οποία δεν έπρεπε να υπομείνω, με το αιτιολογικό μιας ευγένειας ότι θα πίκραινα, ότι θα πείραζα, ότι θ’ αναστάτωνα των άλλων τη ζωή. Αυτό ήταν μία ήττα. Καθαρή ήττα…»

Read more at: https://parallaximag.gr/life/elliniki-poiisi-echase-ti-megali-kyria-tis

***

"σας συνόδεψε φιλικά ένας μοναχικός περίπατος
για καλή σας τύχη
πήγατε μαζί κι οι δυο σας προς τα εκεί.."
στη  "γη των απουσιών"
κρατώντας "ένα ματσάκι ωχρότητα"

μαζί με την Κατερίνα πια..
στη "Λυπιού"
να σε ρωτά:
"..πώς είναι ο κόσμος όταν λείπουμε;"
κι Εσύ ν' απαντάς:
σα "πληθυντικός αριθμός"
που φτωχαίνει
σε βαθμό μέγιστο.."

Αντίο

Ιω


Υ.Γ. σε όσους, κατά καιρούς,
έχουν αμφισβητήσει την ποίησή της
https://neoplanodion.gr/2020/02/22/%e1%bd%81-%ce%b8%cf%81%ce%af%ce%b1%ce%bc%ce%b2%ce%bf%cf%82-%cf%84%e1%bf%86%cf%82-%ce%ba%ce%b9%ce%ba%e1%bf%86%cf%82-%ce%b4%ce%b7%ce%bc%ce%bf%cf%85%ce%bb%e1%be%b6/

Σημ.: Φωτ. από το διαδίκτυο


Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

Αντρέ Μπρετόν - 4 Ποιήματα




ΠΑΝΤΑ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ


Πάντα για πρώτη φορά
Μετά βίας σε γνωρίζω εξ όψεως
Επιστρέφεις εκείνη την ώρα της νύχτας σε ένα σπίτι
πλάγια απ’ το παράθυρό μου
Σπίτι ολάκερα φανταστικό
Είναι εκεί που από δευτερόλεπτο σε δευτερόλεπτο
Μέσα στο απαράβατο σκοτάδι
Περιμένω να συμβεί μία φορά ακόμα το συναρπαστικό ρήγμα
Το ρήγμα το μοναδικό
Στην πρόσοψη και στην καρδιά μου
Όσο πιο κοντά σου έρχομαι
Στην πραγματικότητα
Όσο περισσότερο το κλειδί τραγουδά στην πόρτα του άγνωστου δωματίου
Όπου μου φανερώνεσαι μονάχη
Στην αρχή ενώνεσαι ακέραιη με τη φωτεινή
Τη φευγαλέα γωνία μιας κουρτίνας
Είναι χωράφι γιασεμιών που ατένισα χαράματα
σε ένα δρόμο στα περίχωρα της Grasse
Με το διαγώνιο ράπισμα των κοριτσιών ενώ συλλέγουν
Πίσω τους τα σκοτεινά να πέφτουνε φτερά των γυμνωμένων φυτών
Μπροστά τους η πλατεία εκτυφλωτικού φωτός
Η αυλαία αόρατα ανεβασμένη
Σ’ έναν παροξυσμό τα άνθη συρρέουν όλα μέσα
Είσαι εσύ σε πάλη ενάντια στην ώρα εκείνη την τόσο μακριά ποτέ
αρκετά θολή μέχρι τον ύπνο
Εσύ σαν να μπορούσες να ‘σαι
Η ίδια παρά τ’ ότι εγώ δε θα σε συναντήσω 
ίσως ποτέ
Κάνεις να φαίνεται σα να μην ξέρεις πως σε παρακολουθώ
Με τρόπο θαυμαστό δεν είμαι πλέον σίγουρος ότι το ξέρεις
Η απραξία σου μου φέρνει δάκρυα στα μάτια
Ένα σμήνος ερμηνείες περιβάλλει την κάθε σου χειρονομία
Είναι ετούτο ένα κυνήγι του μελιού
Είναι καρέκλες κουνιστές του καταστρώματος είναι κλαδιά
που κινδυνεύεις να σε γδάρουν μες στο δάσος
Είναι σε μια βιτρίνα της οδού Notre-Dame-de-Lorette
Δυο σταυρωμένες γάμπες όμορφες πιασμένες με ψηλές κάλτσες
Που ξεχειλώνουν στην καρδιά ενός μεγάλου άσπρου τριφυλλιού
Είναι μια μεταξένια σκάλα που ξεδιπλώνεται πάνω από τον κισσό
Είναι
Τι άλλο από την κλίση μου πάνω από τον γκρεμό
 και από την δική σου απουσία
Βρήκα το μυστικό κλειδί
Του να σε αγαπώ
Πάντα για πρώτη φορά

 **


Ο ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΓΑΜΟΣ

Η γυναίκα μου με τα μαλλιά της φωτιάς του ξύλου
Με σκέψεις των αστραπών της ζεστασιάς
Με τη μέση της κλεψύδρας
Η γυναίκα μου με τη σιλουέτα της ενυδρίδας μέσα στης τίγρης τα δόντια
Η γυναίκα μου με κονκάρδα το στόμα της και με το μπουκέτο
των άστρων του τελευταίου μεγαλείου
Με δόντια αποτυπώματα του λευκού ποντικού πάνω στην άσπρη γη

Mε την κεχριμπαρένια γλώσσα την καθαρισμένη

Η γυναίκα μου με τη γλώσσα της μαχαιρωμένης όστιας

Με τη γλώσσα της κούκλας που ανοίγει και κλείνει τα μάτια

Με τη γλώσσα της πέτρας της απίστευτης

Η γυναίκα μου στα βλέφαρά της κοντύλια των μικρών παιδιών

Στα φρύδια της η άκρη της χελιδονοφωλιάς

Η γυναίκα μου στους κροτάφους της οι σχιστόλιθοι σκεπής θερμοκηπίου

Και με τους αχνούς στα τζάμια

H γυναίκα μου με τους ώμους της σαμπάνιας
Και με σιντριβάνι από κεφάλια δελφινιών που ζουν κάτω απ’ τον πάγο
Η γυναίκα μου με τους καρπούς σαν τα σπίρτα
Η γυναίκα μου με τα δάχτυλα του τυχαίου και του άσσου κούπα
Με τα δάχτυλα του κομμένου χόρτου
Η γυναίκα μου με τις μασχάλες των αλεπούδων της νύχτας του Άη Γιάννη
Με μπράτσα απ’ τον αφρό της θάλασσας και του υδατοφράκτη
Και με το ανακάτωμα του σταριού και του μύλου
Η γυναίκα μου με τις γάμπες σα ρουκέτα
Με κινήσεις ρολογιού κι απελπισίας
Η γυναίκα μου με κνήμες απ’ το μεδούλι του κουφόξυλου
Η γυναίκα μου με πόδια γράμματα κεφαλαία
Με πόδια αρμαθιά κλειδιά στο πόδια των πιωμένων καλφάδων
Η γυναίκα μου με μαργαριταρένιο κριθάρι στο λαιμό
Η γυναίκα μου με χρυσή κοιλάδα στήθος
Το ραντεβού μέσα στην ίδια την κοίτη του χειμάρρου
Στα στήθια της νύχτας
Η γυναίκα μου με στήθια θαλασσινά καλύβια
Η γυναίκα μου με στήθια όρυγμα ρουμπινιών
Με τα στήθια φάντασμα του τριαντάφυλλου κάτω απ’ την τριανταφυλλιά
Η γυναίκα μου με την κοιλιά ξεδίπλωμα της βεντάλιας των ημερών
Με την κοιλιά γαμψό νύχι γιγάντιο
Η γυναίκα μου με την πλάτη του πουλιού που δραπετεύει κάθετα
Με την πλάτη του ζωηρού ασημιού
Με την πλάτη του φωτός
Με σβέρκο από τυλιγμένη πέτρα και βρεγμένη κιμωλία
Και το πέσιμο ενός ποτηριού απ’ όπου μόλις ήπιαμε
Η γυναίκα μου με τους γοφούς της βάρκας
Με τους γοφούς της γυαλάδας και τις φτερούγες του βέλους
Και από κοτσάνια φτερών του άσπρου παγωνιού
Της ζυγαριάς της άσπλαχνης
Η γυναίκα μου με τα οπίσθια από κεραμικό και από αμίαντο
Η γυναίκα μου με τα οπίσθια από την πλάτη του κύκνου
Η γυναίκα μου με τα οπίσθια της άνοιξης
Με το σεξ της γλαδιόλας
Η γυναίκα μου με το σεξ της διευθέτησης και του ορνιθόρρυγχου
Η γυναίκα μου με το σεξ από φύκια και από αρχαίες καραμέλες
Η γυναίκα μου με το σεξ του καθρέφτη
Η γυναίκα μου με τα μάτια με δάκρυα γεμάτα
Με τα μάτια μενεξεδιάς πανοπλίας και μαγνητισμένης βελόνας
Η γυναίκα μου με μάτια της σαβάνας
Η γυναίκα μου με μάτια νερό να το πιείς στην φυλακή
Η γυναίκα μου με μάτια δάσος συνέχεια κάτω απ’ το τσεκούρι
Με μάτια της στάθμης του νερού της στάθμης του αέρα της γης 
και της φωτιάς

(σσ: Στο ακόλουθο λινκ:
ANDRÉ BRETON: «L’Union libre»
ο Μπρετόν διαβάζει ο ίδιος το ποίημα-1931

 **



ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΕΝΩΣΗ  (ξανά)
(σε μτφρ. Νάνου Βαλαωρίτη)


Η γυναίκα μου με μαλλιά φωτιάς από ξύλα
Η γυναίκα μου με σκέψεις αστραπών της ζέστης
Με μέση κλεψύδρας
Η γυναίκα μου με μέση σβίδρας ανάμεσα στα δόντια της τίγρης
Η γυναίκα μου με στόμα κονκάρδας και ανθοδέσμης άστρων
        μικρότερου μεγέθους
Με δόντια αποτυπώματα άσπρου ποντικιού πάνω στην άσπρη γη
Με γλώσσα κεχριμπαριού και γυαλιού τριμμένου
Με γλώσσα μαχαιρωμένου αντίδωρου
Με γλώσσα κούκλας που ανοιγοκλείνει τα μάτια της
Με γλώσσα πέτρας απίστευτης
Η γυναίκα μου με ματόκλαδα όρθιες γραμμούλες παιδικής γραφής
Με φρύδια περίγυρου φωλιάς χελιδονιού
Η γυναίκα μου με κροτάφους σχιστόλιθου στέγης θερμοκηπίου
Κι άχνας στα παράθυρα
Η γυναίκα μου με ώμους σαμπάνιας
Και κρήνης με κεφάλια δελφινιών κάτω από τον πάγο
Η γυναίκα μου με καρπούς χεριών από σπίρτα
Η γυναίκα μου με δάχτυλα τύχης και καρδιάς άσσου κούπα
Με δάχτυλα θερισμένου σταχυού
Η γυναίκα μου με μασχάλες τριχώματος του κουναβιού και καρπών οξιάς
Της νύχτας του Αϊ-Γιαννιού
Της αγριομυρτιάς και φωλιάς σκαλαριών
Με μπράτσα του αφρού της θάλασσας και του υδροφράγματος
Και μείγματος σταριού και μύλου
Η γυναίκα μου με γάμπες βεγγαλικού
Με κινήσεις ωρολογιακές κι απελπισίας
Η γυναίκα μου με γάμπες από μεδούλι της ακτέας
Η γυναίκα μου με πόδια αρχικά ονομάτων
Με πόδια εσμού κλειδιών με πόδια καλφάδων που πίνουν
Η γυναίκα μου με λαιμό μαργαριταριού αλεσμένου κριθαριού
Η γυναίκα μου με λαιμό χρυσής κοιλάδας
Και συναντήσεων μέσα στην ίδια την κοίτη του χειμάρρου
Με στήθια της νύχτας
Η γυναίκα μου με στήθια θαλασσινής φωλιάς του τυφλοπόντικα
Η γυναίκα μου με στήθια χοάνης για ρουμπίνια
Με στήθια φάσματος του ρόδου κάτω απ' τη δροσιά
Η γυναίκα μου με κοιλιά βεντάλιας των ημερών όταν ξεδιπλώνεται
Με κοιλιά γιγάντιο νύχι γαμψό
Η γυναίκα μου με ράχη πουλιού που φεύγει κατακόρυφα
Με πλάτη υδράργυρου
Με πλάτη φωτός
Με σβέρκο πέτρας στρογγυλεμένης και κιμωλίας βρεμένης
Και πεσίματος του ποτηριού που μόλις ήπιαμε
Η γυναίκα μου με γοφούς μικρού πλοίου
Η γυναίκα μου με γοφούς πολυελαίου και με φτερά σαΐτας
Και με μίσχους φτερών άσπρου παγονιού
Και ζυγαριάς ανευαίσθητης
Η γυναίκα μου με γλουτούς από αμμόπετρα και αμίαντο
Η γυναίκα μου με γλουτούς ράχης του κύκνου
Η γυναίκα μου με γλουτούς της άνοιξης
Με αιδοίο γλαδιόλας
Η γυναίκα μου με αιδοίο φλέβας χρυσού κι ορνιθορύγχου
Η γυναίκα μου με αιδοίο φύκια και καραμέλες του παλιού καιρού
Η γυναίκα μου με αιδοίο καθρέφτη
Η γυναίκα μου με τα μάτια της γεμάτα δάκρυα
Με μάτια μενεξεδιάς πανοπλίας και μαγνητισμένης βελόνας
Η γυναίκα μου με μάτια σαβάνας
Η γυναίκα μου με μάτια νερού για να πίνεις στη φυλακή
Η γυναίκα μου με μάτια του ξύλου πάντα κάτω από τον πέλεκυ
Με μάτια στο ύψος του νερού στο ύψος του αέρα της γης και της φωτιάς.


**



ΦΑΣΜΑΤΙΚΕΣ ΣΤΑΣΕΙΣ
 (απόσπασμα)

Δεν δίνω καμιά σημασία στη ζωή.
Δεν καρφώνω την παραμικρή πεταλούδα ζωής στη σημασία.
Δεν σημαίνω για τη ζωή.
Μα τα κλαριά του αλατιού τα λευκά κλαριά
Όλες οι φυσαλίδες από σκιά
Και οι θαλάσσιες ανεμώνες
Κατεβαίνουν και αναπνέουν στο εσωτερικό της σκέψης μου
Έρχονται δάκρυα που δεν χύνω
Βήματα που δεν κάνω που είναι δύο φορές βήματα
Και που τα θυμάται ο άλλος στην ώρα της παλίρροιας
Τα σύρματα είναι στο μέρος του κλουβιού
Και τα πουλιά έρχονται από πολύ ψηλά να κελαϊδήσουν 
μπροστά σ' αυτά τα σύρματα
Ένας υπόγειος διάδρομος σμίγει όλα τ΄αρώματα.

 **

ΤΑ ΓΡΑΠΤΑ ΦΕΥΓΟΥΝ
(μτφρ. Ανδρέας Εμπειρίκος)

Το ατλάζι (σμ: μεταξωτό ύφασμα) των φύλλων 
που γυρίζει κανείς στα βιβλία 
Σχηματίζει μια γυναίκα τόσο ωραία που όταν δεν διαβάζει κανείς την ατενίζει με λύπη χωρίς να τολμά να της μιλήσει 
χωρίς να τολμά να της πει πως
είναι τόσο ωραία που αυτό που πρόκειται να μάθουμε 
δεν έχει τιμή
Αυτή η γυναίκα περνά ανεπαισθήτως μέσα σε θρόισμα λουλουδιών
καμιά φορά στρέφεται μέσα στις τυπωμένες εποχές και ζητά την ώρα ή καμώνεται πως κοιτάζει τα κοσμήματα κατάματα 
όπως δεν κάνουν τ' αληθινά πλάσματα
Και ο κόσμος πεθαίνει ένα ρήγμα δημιουργείται στα δακτυλίδια του αέρος ένα σχίσμα στην θέση της καρδιάς.
Οι πρωινές εφημερίδες φέρνουν αοιδούς
των οποίων η φωνή έχει το χρώμα της άμμου
πάνω σε ακτές απαλές και κινδυνώδεις και καμιά φορά οι βραδινές
αφήνουν να περάσουν κάτι πολύ νέα κοριτσάκια που οδηγούν θηρία αλυσοδεμένα
Μα το πιο ωραίο είναι στα ενδιάμεσα διαστήματα
Ορισμένων γραμμάτων όπου χέρια 
πιο λευκά από το κέρας των αστεριών το μεσημέρι
  αφανίζουν μια φωλιά λευκών χελιδονιών
για να βρέχει πάντοτε
Τόσο χαμηλά τόσο χαμηλά που τα φτερά
δεν μπορούνε πια να σμίξουν
Χέρια απ' όπου ανεβαίνει κανείς
σε μπράτσα τόσο ελαφρά που η άχνα των λιβαδιών
στα χαριτωμένα της κυματιστά περιπλέγματα
πάνω από τις λίμνες είναι ο ατελής τους καθρέφτης,
μπράτσα που δεν εναρθρώνονται με τίποτε άλλο
παρά με τον εξαιρετικό κίνδυνο ενός σώματος
καμωμένου νια τον έρωτα του οποίου η κοιλιά καλεί 
τους στεναγμούς
που ξέφυγαν από θάμνους γιομάτους πέπλους
και που δεν έχει τίποτε το εγκόσμιο εκτός από την αχανή 
παγωμένη αλήθεια των ελκήθρων
των βλεμμάτων επί της κατάλευκης εκτάσεως
αυτού που δεν θα ξαναδώ πια εξαιτίας ενός θαυμαστού ματόδεσμου
που φορώ στο παιχνίδι της τυφλόμυγας των τραυμάτων

Αντρέ Μπρετόν

πηγή:
https://animmusnecandi.blogspot.com/2018/08/andre-breton-6.html
(εξαιρετικό αφιέρωμα - αξίζει να διαβαστεί)

..

στης φωτιάς τα καμώματα
στην άσβεστη μνήμη
στην "τυφλόμυγα των τραυμάτων"
στο κόκκινο που όλα κουβαλούν
τη νύχτα

Ιω

https://www.youtube.com/watch?v=sr1SlJJZsmk



Σημ.: Φωτ. από το διαδίκτυο


Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2020

Μπέρτολτ Μπρεχτ - Εγκώμιο στη μάθηση




Εγκώμιο στη μάθηση



Μάθαινε και τ' απλούστερα!

Γι' αυτούς που ο καιρός τους ήρθε

ποτέ δεν είναι πολύ αργά!

Μάθαινε το αβγ, δε σε φτάνει, μα συ

να το μαθαίνεις! Μη σου κακοφανεί!

Ξεκίνα! Πρέπει όλα να τα ξέρεις!

Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.


Μάθαινε, άνθρωπε στο άσυλο!

Μάθαινε, άνθρωπε στη φυλακή!

Μάθαινε, γυναίκα στην κουζίνα!

Μάθαινε, εξηντάχρονε!

Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.

Ψάξε για σχολείο, άστεγε!

Προμηθεύσου γνώση, παγωμένε!

Πεινασμένε, άρπαξε το βιβλίο: είν' ένα όπλο.

Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.


Μην ντρέπεσαι να ρωτήσεις, Σύντροφε!

Μην αφεθείς να πείθεσαι

μάθε να βλέπεις συ ο ίδιος!

Ό,τι δεν ξέρεις ο ίδιος

καθόλου δεν το ξέρεις.

Έλεγξε το λογαριασμό

εσύ Θα τον πληρώσεις.

Ψάξε με τα δάχτυλα κάθε σημάδι

Ρώτα: πώς βρέθηκε αυτό εδώ.

Εσύ να πάρεις πρέπει την εξουσία.





Μπέρτολτ Μπρεχτ 

Από τη συλλογή "Ποιήματα", 
Σύγχρονη Εποχή, 1987
μετάφραση:Νάντια Βαλαβάνη




Στο Ιράκ οι παλαιοβιβλιοπώλες αφήνουν τα βιβλία αφύλαχτα στο δρόμο το βράδυ
καθώς όπως λένε οι ιρακινοί
 "Αυτός που διαβάζει δεν κλέβει και ο κλέφτης δεν διαβάζει"


πηγή:
https://www.e-radio.gr/post/100540/giati-se-ayth-thn-agora-oi-vivliopwles-afhnoyn-ta-vivlia-ston-dromo-olh-th-nyxta-pics

**

γνώρισε
σε κάθε βήμα γνώρισε
τόπος να μη σε χωρά
ούτε άνθρωπος
ούτε λέξη

Ιω



Σημ.:Φωτ.1,3 από το διαδίκτυο
         Φωτ.2 από προσωπικό  αρχείο 


Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020

Αρθούρος Ρεμπώ - "Μια Εποχή στην Κόλαση" (αποσπάσματα)





 "Μια Εποχή στην Κόλαση"*

UNE SAISON EN ENFER
JEAN NICOLAS ARTHUR RIMBAUD
(αποσπάσματα)  


"Κάποτε, αν θυμάμαι καλά, με συμπόσιο έμοιαζε η ζωή μου, όπου κάθε καρδιά ανοίχθηκε και κάθε λογής κρασί έτρεξε.

Ένα βράδυ, κάθισα την Ομορφιά στα πόδια μου  -και τη βρήκα πικρή -και τη βεβήλωσα.

Όρθωσα το ανάστημα μου ενάντια στη δικαιοσύνη.

Τράπηκα σε φυγή. Ω Μάγισσες, Ω Δυστυχία, Ω Μίσος , είναι που σε σας τον θησαυρό μου εμπιστεύθηκα.

Κατάφερα να εξαφανίσω μέσα μου, όλη την ανθρώπινη ελπίδα. Με δρασκέλισμα αθόρυβο, κτήνους βαρύθυμου, έπνιξα κάθε ευχαρίστηση.

Κάλεσα τους δήμιους για να αφανιστώ, μασώντας τις κάνες των όπλων τους. Επικαλέστηκα τους λοιμούς για να με πνίξουν σ’ άμμο και αίμα. Η Δυστυχία ήταν ο Θεός μου.. Στη λάσπη ξάπλωσα στεγνώνοντας τη σάρκα μου με μιαρό αέρα. Υποδύθηκα τον ανόητο ως του σημείου παραφροσύνης.

Και η άνοιξη μου έφερε το τρομώδες γέλιο ενός ηλίθιου. "

https://www.youtube.com/watch?v=uINAmqyr8nU

[..]
"Τι να’ μουν άραγε στον περασμένο αιώνα: Ούτε ένα σημάδι δεν βλέπω στο παρόν μου.
Όχι άλλοι περιπλανώμενοι, όχι άλλοι ασαφείς πόλεμοι πια.
Η ταπεινή ράτσα  συγκάλυψε επαρκώς τα πάντα-τους ανθρώπους, καθώς λεει κάποιος, την αιτία·
το έθνος και την επιστήμη."
[..]
"Είναι τα οράματα των αριθμών. Κινούμαστε προς το Πνεύμα. Και ότι σας λέγω είναι βέβαιο, είναι προφητικό. Κατανοώ και δεδομένου ότι δεν μπορώ να εκφραστώ χωρίς λέξεις παγανιστικές, καλύτερα να παραμείνω σιωπηλός."
[..]
"Αφήστε τις πόλεις να ανάψουν τις λάμπες τους τη νύχτα. Η ημέρα μου έσβησε· εγκαταλείπω την Ευρώπη. Ο θαλασσινός αγέρας θα καυτηριάσει τους πνεύμονες μου· τα τροπικά κλίματα θα μαυρίσουν τη σάρκα μου. Να κολυμπήσω, να λιώσω το χορτάρι, να κυνηγήσω, μα πιότερο να καπνίσω· να πιω οινοπνεύματα δυνατά σα σίδερο λιωμένο, όπως αυτά που συνήθιζαν να πίνουν οι αγαπημένοι μου πρόγονοι γύρω από φωτιές αναμμένες."
[..]
"Τώρα είμαι καταραμένος. Απεχθάνομαι την πατρίδα μου. Το καλύτερο για μένα είναι ένας μεθυσμένος ύπνος , φυτεμένος σε κάποια ακρογιαλιά, μόνο αυτό αξίζει."
[..]
"Εκ Βαθέων, Κύριε, (De profundis, Domine) Τι αρχίδι που είμαι!"
[..]
"Σε άδειους δρόμους, τις χειμωνιάτικες νύχτες, άστεγος, παγωμένος και πεινασμένος, μια φωνή έσφιξε την παγωμένη μου καρδιά:
  «Αδυναμία ή Δύναμη: Υπάρχεις, τούτο είναι δύναμη.
Δεν γνωρίζεις κατά που ή γιατί πορεύεσαι, προς πάσα κατεύθυνση να πορευθείς, απάντησε σε καθένα. Έτσι κι αλλιώς κανείς δεν θα σε βλάψει πιότερο, απ’ ότι σα νάσουν  πτώμα»."
[..]
"Κατανοώ τη φύση;  Κατανοώ τον εαυτό μου; Όχι άλλα λόγια. Θάβω τους πεθαμένους στην κοιλιά μου… Κραυγές, τύμπανα, χορός, χορός, χορός, χορός! Δεν βλέπω την ώρα που οι λευκοί θα αποβιβαστούν, θα περιέλθω στην ανυπαρξία."
[..]
"Γρήγορα! Υπάρχουν άλλες ζωές; Ο ύπνος για τους πλουσίους είναι αδύνατος. Τα πλούτη ήταν πάντοτε κοινό αγαθό.  Η Θεϊκή  Αγάπη παρέχει μόνο τα κλειδιά της γνώσης. Βλέπω ότι η φύση είναι μόνο μια επίδειξη ευγένειας. Αποχαιρετιστήριες χίμαιρες, ιδανικά και λάθη."
[..]
"Δεν είμαι δεσμώτης του σκοπού μου. Έχω πει: Θεός. Θέλω ελευθερία στη σωτηρία: πώς θα την επιτύχω; Οι ελαφρές απολαύσεις μ’ αφήσανε. Καμία περαιτέρω ανάγκη για τη θεία αγάπη ή για την αφοσίωση στο καθήκον. Δεν μετανοώ για την εποχή των συγκινήσεων και των αισθημάτων. Κάθε τι έχει το σκοπό του, περιφρόνηση και ευσπλαχνία: Κρατώ τη θέση μου στην κορυφή της αγγελικής ιεραρχίας της καλής αίσθησης.
 Όσον αφορά στην εγκατεστημένη ευτυχία, εσωτερική ή όχι… όχι δεν δύναμαι. Είμαι τόσο άσωτος, τόσο αδύναμος. Τον ανθό της ζωής φουντώνει η εργασία, να μια παλιά ιδέα, όχι δική μου· η ζωή μου δεν ζυγίζει παρά ελάχιστα, παρασύρεται και περιπλανιέται πολύ πέρα από τη δράση,
αυτό το αγαπημένο σημείο του κόσμου.

Πώς έγινα γεροντοκόρη, για να βρω το κουράγιο και  να αγαπήσω το θάνατο!"
[..]
"Τούτη η φάρσα δεν έχει τέλος! Η αθωότητά μου είναι αρκετή να με κάνει να δακρύσω.
 Η ζωή είναι η φάρσα που όλοι πρέπει να παίξουμε.

Αρκετά! Αυτό είναι η τιμωρία σας …. Εμπρός, Μαρς!"




[..]
"Με φαντάζομαι στην Κόλαση, επομένως είμαι. Τούτο είναι κατήχηση εν δράση. Είμαι δέσμιος του βαπτίσματός μου.  Γονείς μου, καταστρέψατε τη ζωή μου, όπως τη δική σας. Αθώο μου αγόρι!"
[..]
"Οι παραισθήσεις μου είναι ατέλειωτες. Αλλά αυτό το είχα πάντα: όχι άλλη πίστη στην ιστορία, λησμοσύνη στις αρχές. Πρέπει να σιωπήσω: ποιητές και οραματιστές θα ζηλέψουν.
 Είμαι χίλιες φορές πλουσιότερος απ΄ όλους και άπληστος όσο και η θάλασσα."
[..]
"Τον έπεισα να μου υποσχεθεί ότι δεν θα μ’ εγκατέλειπε ποτέ. Και μου το υποσχέθηκε, είκοσι φορές·  μου το υποσχέθηκε σαν τους όρκους που δίνουν οι εραστές. Κι ήταν τόσο ανόητη η υπόσχεση του, όσο και το «Σε καταλαβαίνω» που εγώ του έλεγα."
[..]
"Εφηύρα των φωνηέντων το χρωματολόγιο! Το Άλφα για το μαύρο, το Έψιλον για το λευκό, 
το Ιώτα για το κόκκινο, το Όμικρον για το κυανό, το Ύ(U)ψιλον για το πράσινο. 
Οριοθέτησα τη μορφή και την κίνηση κάθε συμφώνου, και, με ενστικτώδεις ρυθμούς, 
κολακεύτηκα με την ανακάλυψη μιας ποιητικής γλώσσας, που σήμερα ή αύριο, 
όλοι θ’ αναγνώριζαν.
 Και κράτησα για μένα τη μετάφραση της.

https://www.youtube.com/watch?v=KaE3aLTJlFk

Αρχικά ήταν κάτι σαν έρευνα. Έγραψα για σιωπές, για νύχτες,
 έδωσα λέξεις στ’ απερίγραπτο,
σταμάτησα την περιδίνηση."
[..]
"Αγάπησα την έρημο, τους ξερούς οπωρώνες, τα φτηνομάγαζα, τα δυνατά ποτά. Σύρθηκα στους δημόσιους δρόμους και με κλειστά τα μάτια παραδόθηκα στον ήλιο, στο Θεό της Φωτιάς.

«Στρατηγέ: αν σας περίσσεψε κάποιο κανόνι στα ερείπια των προμαχώνων σας, ρίξε μας σβώλους και σμυρίγλια γης ξερής. Σπάστε τις βιτρίνες των πολυτελών καταστημάτων! Και τα ατελιέ!  Κάντε την πόλη να φαει τη σκόνη της. Οξειδώστε τους φτερωτούς δαίμονες που στέκουν στις υδρορροές. Γεμίστε τα μπουντουάρ με τη φλογερή σκόνη των ρουμπινιών…»

Ω! Η σκνίπα! Μεθυσμένος στα ουρητήρια του πανδοχείου, ερωτοχτυπημένος με νηπενθές που μια αχτίδα φωτός διαλύει!"
[..]


ΠΕΙΝΑ

Και να’ χα όρεξη,

μόλις και μετά βίας

Γεύση γης και πέτρας

Πάντα ελαφρά γευματίζω

Χωρίς να εξαντλώ το βράχο, το κάρβουνο και το σίδερο.  



Η πείνα μου ανάβει,

Τροφή, πείνα, Του αγρού ο ήχος

Ρουφήξτε το ζωντανό φαρμάκι Βοτανίζοντας.  

Φάτε τις πέτρες που αυτός σπάζει

Αρχαίες πέτρες εκκλησιών

Βότσαλα κατακλυσμών παλαιών,

καρβέλια σπαρμένα σε γκρίζες κοιλάδες.  

***

"Επιτέλους, ω ευτυχία, ω σκοπέ, παραμέρισα το σκούρο μπλε του ουρανού, που μοιάζει με σκοτάδι, και ως χρυσός σπινθήρας στο φως της φύσης έζησα.  Και πάνω στη χαρά μου, το πιο κωμικό, μα και συνάμα όσο πιο έξαλλο μπορούσα πήρα ύφος:

***




  Ανακτήθηκε! Τι;

Η Αιωνιότητα.

Είναι που αναμίχθηκε η θάλασσα με ήλιο.  



Ω! Η αιώνια ψυχή μου,

Τήρησε τους όρκους αψηφώντας

τις μοναχικές νύχτες και τις αναμμένες μέρες.  



Έτσι θα απελευθερωθείς

απ΄ την ανθρώπινη ψήφο

από τις κοινές επιδιώξεις



Πέταξε  σύμφωνα με…  

Καμιά ελπίδα

Μήτε ανάταση

Επιστήμη και Υπομονή

Σίγουρο είναι το βασανιστήριο  

Κανένα αύριο για να θυμόμαστε,

Απομεινάρια Σατινένια

Η ζηλευτή αγνότητα Θέτει  το καθήκον.  



Ανακτήθηκε!! Τι;

Η Αιωνιότητα.


Είναι η θάλασσα π΄ αναμίχθηκε με ήλιο.  

Έγινα μια όπερα περίφημη: Είδα πως κάθε πλάσμα καταδικάσθηκε στην ευτυχία. Η δράση δεν είναι ζωή, είναι ένας τρόπος να εξασθενείς, ένας εκνευρισμός. Η ηθική είναι η αδυναμία του εγκεφάλου. "

https://www.youtube.com/watch?v=bXdkkrubrgU

[..]
"Καμιά από τις σοφιστείες της παραφροσύνης, – της τρέλας που κάποιος κλείδωσε, –
δεν έχει λησμονηθεί από μένα: Θα μπορούσα να τις απαριθμήσω όλες, κατέχω το σύστημα."
[..]
"Έπρεπε να ταξιδέψω, για να διαλύσω τις συναγμένες στο νου μου γοητείες. Στη θάλασσα, που αγάπησα σαν να επρόκειτο να διώξει μακριά την ακαθαρσία μου, είδα τον σταυρό της παρηγοριάς
 ν’ αναδύεται. Καταδικασμένος κι απ΄ το ουράνιο τόξο.
Η ευτυχία ήταν η μοίρα μου, η τύψη μου, το σκουλήκι μου:
Η ζωή μου θα ήταν για πάντα θεόρατη ώστε  να αφιερωθεί στη δύναμη και στην ομορφιά. "
[..]

"Για όλες τις αμφιβολίες μου, είχα δίκιο:  έκτοτε απέδρασα!

Απέδρασα!"



[..]

"Έχοντας ξανακερδίσει δυο δεκάρες της αξίας του σκοπού μου – πως παρέρχεται τούτο- Μπορώ να δω ότι τα προβλήματά μου προήλθαν, επειδή δεν συνειδητοποίησα ότι έτσι είναι ο δυτικός κόσμος. Αυτά τα δυτικά έλη!  Δεν είναι το χλομιασμένο φως, η φθαρμένη μορφή ή η παραπλανημένη κίνηση …. Εντάξει τώρα το μυαλό  θέλει να αναλάβει την πλήρη ευθύνη όλων των σκληρών εξελίξεων που υπέφερε, δεδομένου ότι η Ανατολή κατέρρευσε …. Κατά κάποιο τρόπο ο νους μου τ’ απαιτεί!

…Και οι δυο δεκάρες της αξίας του σκοπού μου σώθηκαν! Το μυαλό μου είναι υπό έλεγχο,
επιμένει να παραμείνω στη Δύση. Θα σιωπήσει μόνο όταν τελειώσουν όλα όπου ακριβώς ξεκίνησαν.

Έστειλα στο Διάολο τα βάγια των μαρτύρων, της τέχνης τις αχτίδες, την υπερηφάνεια του εφευρέτη,  τη φρενίτιδα του ληστή. Επέστρεψα στην Ανατολή, στην αρχική και παντοτινή σοφία. Αλλά προφανώς τούτο είναι ένα όνειρο πασιφανούς νωθρότητας."
[..]
"ο άνθρωπος κοροϊδεύει τον εαυτό του, αποδεικνύει το αυταπόδεικτο, φουσκώνοντας από υπερηφάνεια επαναλαμβάνοντας απλά και μόνο αποδείξεις, και πως ζει;  Τούτο είναι ένα ύπουλο, ηλίθιο βασανιστήριο· μία αστείρευτη πηγή των πνευματικών μου αναζητήσεων.  Ίσως η φύση να αισθάνεται να πλήξει με τούτα. "
[..]
"Δεν είναι επειδή συντηρούμε την ομίχλη; Καταπίνουμε πυρετό με τα νερουλά λαχανικά μας. Και μέθη! Και καπνός! Και άγνοια! Και τυφλή πίστη! Δεν είναι όλα τούτα απομακρυσμένα από τη σκέψη, τη σοφία της Ανατολής, την αρχέγονη πάτρια γη; 
Ποιός ο λόγος ενός σύγχρονου κόσμου, εάν τέτοια δηλητήρια δημιουργούμε;
Οι Κληρικοί θα πουν: Μα φυσικά. Αλλά αναφέρεσαι στην Εδέμ. Δεν υπάρχει κάτι ανάλογο στην ιστορία της Ανατολής – αυτό είναι αλήθεια! Στην Εδέμ αναφερόμουν! Τί να σημαίνει αυτό στ’ όνειρο μου,  αυτή η αγνότητα των αρχαίων φυλών!

Οι Φιλόσοφοι θα πουν: Ο κόσμος δεν έχει καμία ηλικία. Η ανθρωπότητα απλά περιπλανάται. Είσαι στη Δύση, αλλά έχεις την ελεύθερη βούληση να ζήσεις στην Ανατολή σου, τόσο αρχαία , όσο την επιθυμείς – και βέβαια να ζήσεις με ευδαιμονία. Μην είσαι ηττοπαθής. Οι Φιλόσοφοι είναι αναπόσπαστο τμήμα του Δυτικού κόσμου.

Πνεύμα μου, φυλάξου. Όχι βεβιασμένες κινήσεις για τη λύτρωση. Ασκήσου!
 Α! Η επιστήμη δεν προοδεύει τόσο γρήγορα όσο εμείς επιθυμούμαι.

Αλλά συνειδητοποιώ ότι το πνεύμα μου κοιμάται."
[..]
"Έφθειρα τη ζωή μου. Ας ξεκινήσουμε! Ας υποδυθούμε, 
ας εξαπατήσουμε, θλιβερό! 
Και θα υπάρχουμε, θα διασκεδάζουμε μεταξύ μας ονειρευόμενοι τερατώδεις έρωτες
 και φανταστικούς κόσμους, αισθανόμενοι οίκτο 
για τους εαυτούς μας και μαχόμενοι
 με τις εκφάνσεις του κόσμου, περιπλανώμενε ακροβάτη, επαίτη, καλλιτέχνη, ληστή, – ιερέα! 
[..]
Από την ίδια έρημο, την ίδια νύχτα, πάντα τα εξαντλημένα μάτια μου ξυπνούν στο ασημένιο αστέρι, πάντοτε, χωρίς να των Βασιλιάδων της ζωής συγκίνηση,
  οι τρεις μάγοι, η καρδιά, η ψυχή, το πνεύμα.

Πότε θα φύγουμε πέρα απ΄ τις ακτές και τα βουνά, να χαιρετίσουμε τη γέννηση του νέου μόχθου, της νέας σοφίας, τη φυγή των τυράννων και των δαιμόνων, το τέλος της προκατάληψης, να λατρέψουμε – πρώτοι εμείς! – Χριστού τη γέννηση στη γη.

Το ουράνιο τραγούδι, η πορεία των λαών!

Σκλάβοι, μην καταριόμαστε τη ζωή."

[..]

"Εν τάχη θα ζητήσω συγχώρεση επειδή ανατράφηκα με ψέματα. Και τώρα ας πηγαίνουμε."

[..]
"Κανένα άσμα ασμάτων: κράτησε το κερδισμένο έδαφος. Δύσκολη νύχτα! Το ξεραμένο αίμα καπνίζει στο πρόσωπο μου, και τίποτα δεν άφησα πίσω μου παρ’ εκτός του φριχτού τούτου χαμόδεντρου!… Οι πνευματικές μάχες είναι τόσο βάναυσες όσο και των ανθρώπων ο πόλεμος: αλλά το όραμα της δικαιοσύνης  είναι μόνο θέλημα Θεού.

Και στο μεταξύ, τούτη είναι η παραμονή. 
Ας καλωσορίσουμε κάθε εισροή ζωτικότητας και αληθινής ευαισθησίας. Και την αυγή, οπλισμένοι με φλογερή υπομονή σε μεγαλοπρεπείς πόλεις θα εισέλθουμε.

Γιατί μίλησα για ένα χέρι φιλικό;
 Ένα μεγάλο μου πλεονέκτημα είναι ότι τώρα μπορώ να γελώ με τους παλιούς ψευδείς μου έρωτες, και να ντροπιάζω εκείνα τ’ άτιμα ζευγάρια
 – εκεί πίσω αντίκρισα την κόλαση κάθε γυναίκας- 
και θα’ ναι θεμιτό τώρα να κατέχω την αλήθεια
 μέσα σ’ ένα σώμα και μια ψυχή."





Αρθούρος Ρεμπώ
Μετάφραση: Γιάννης Αντιόχου
(Αύγουστος 2003)


πηγή:
https://poetrybookshop.wordpress.com/2008/07/28/%CE%B1%CF%81%CE%B8%CE%BF%CF%8D%CF%81%CE%BF%CF%82-%CF%81%CE%B5%CE%BC%CF%80%CF%8E-%CE%BC%CE%B9%CE%B1-%CE%B5%CF%80%CE%BF%CF%87%CE%AE-%CF%83%CF%84%CE%B7%CE%BD-%CE%BA%CF%8C%CE%BB%CE%B1%CF%83%CE%B7/


φαντάζομαι νύχτες
μυρίζω το μπαρούτι 
νύχτες που οι καταραμένοι
βουτούν στις λέξεις
 σε βάθη ψυχής
και αναδύονται
με τη μεταλαβιά της ποίησης στα χείλη
ακούω την έκρηξη
βλέπω το φως·
ποιος μίλησε για σωτηρία;
η ποίηση θα εφευρίσκει
χίλιους θανάτους
για να γευτείς λίγη ζωή


Ιω


https://www.youtube.com/watch?v=mktPUMZ7JwA
ή
https://www.youtube.com/watch?v=HjLHeGigOKs



Σημ.1: Φωτ. από το διαδίκτυο
       2. Tο "Μια εποχή στην κόλαση" είναι  το μοναδικό βιβλίο του Ρεμπώ που δημοσιεύτηκε κατόπιν                επιθυμίας και ενεργειών του ίδιου.
       3. Από τις εκδόσεις  Γαβριηλίδη θα το βρείτε  σε μετάφραση του εξαιρετικού Χριστόφορου 
          Λιοντάκη 
      4. Από τις εκδόσεις ALLTOGETHER NOW  θα  βρείτε  τη  "ΜΟΥΣΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ 
         ΠΟΙΗΤΙΚΟΥ ΚΕΙΜΕΝΟΥ (ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΣΤΗΝ ΚΟΛΑΣΗ + 2CD)* του υπέροχου Γιώργου 
        Χριστιανάκη,  πάλι  σε μετάφραση του Χριστόφορου Λιοντάκη

Υποσημ.1:  * "Στα δεκαεννιά του ο Ρεμπώ κλείνει τους λογαριασμούς του με την ποίηση. 
Μια μηχανή φτιαγμένη ίσως να τρέχει με εκατό ή το πολύ με διακόσια, ο Ρεμπώ την τρέχει με
 χίλια και την καίει στα είκοσί του χρόνια. Τερματίζει πάντως πρώτος και αλλάζει την εικόνα 
και την πορεία της ποίησης. Ρεμπώ: ένα πρόσωπο στην αχλή του μύθου. Το μόνο ολοκάθαρο,
η αστραπή της ποίησής του. "Μια εποχή στην κόλαση": ένα κείμενο αναμφίβολα διαχρονικό, αλλά ιδιαίτερα κοντινό στην εποχή μας. Σήμερα που όλα παγκοσμιοποιούνται κι οι αποχρώσεις σβήνουν στη μεταμοντέρνα ύφεση και αφωνία, το "Μια εποχή στην κόλαση" ίσως να είναι το κατεξοχήν όχημα για μια καινούργια περιπέτεια, κολασμένη ή παραδείσια, διόλου πάντως χλιαρή και γκρίζα.
 Ένα κείμενο που δεν εντάσσεται πουθενά: ποίηση, μαρτυρία, αφήγημα, θεατρικός μονόλογος, φιλοσοφικό δοκίμιο, αυτοβιογραφία, χρονικό, ποιητική τέχνη, εξομολόγηση, ασκητική, προφητεία. Όλα αυτά, και τίποτα απ' όλα αυτά." [...] (Από την έκδοση)