όλη η ζωή μικροί ταξιδεμοί
κάθε βήμα.. κάθε βλέμμα
το βιβλίο που θα διαβάσεις
η μουσική που θα ακούσεις·

και η μνήμη
μνήμη μου.. ο μεγαλύτερος..
Ιω

"Και πώς ξέρετε αν, καθώς ταξιδεύω έτσι, δεν έχω πάρει από πίσω, στα σκοτεινά, τον ίδιο μου τον εαυτό;"
(Φερνάντο Πεσσόα -
« Το Βιβλίο της Ανησυχίας»)

Κυριακή 31 Μαΐου 2020

Χούλιο Κορτάσαρ - Μια ερωτική επιστολή



 Μια ερωτική επιστολή


Όλα όσα από σένα θα ήθελα
είναι τόσο λίγα κατά βάθος
γιατί κατά βάθος είναι όλα,
σαν ένας σκύλος που περνά, ένας λόφος,
αυτά τα πράγματα του τίποτα, καθημερινά,
στάχυ και μαλλιά και δυο κύβοι ζάχαρη,
η μυρωδιά του κορμιού σου,
αυτό που λες για οποιοδήποτε πράγμα,
μαζί μου ή εναντίον μου,
όλα αυτά είναι τόσο λίγα,
τα θέλω από σένα γιατί σε θέλω.
Να κοιτάζεις πιο πέρα από μένα
να μ’ αγαπάς με βίαιη πρόβλεψη
του αύριο, η κραυγή
της παράδοσής σου να σκάει
στο πρόσωπο ενός διευθυντή γραφείου,
και η ηδονή που μαζί ανακαλύπτουμε
να είναι ένα ακόμη σύμβολο ελευθερίας.


Χούλιο Κορτάσαρ 

Η σύνθλιψη των σταγόνων  - Εκδ. BIBLIOTHEQUE
Μετάφραση: Βασίλης Λαλιώτης




συνθλίβω το τώρα
την κούραση στα πόδια
την άδικη σπατάλη 

δεν είμαστε εμείς αυτό
είμαστε πέρα από αυτό
πέρα από εμάς

εμείς του τίποτα
ολάκεροι εμείς
αξόδευτοι

Ιω



Σημ.: Φωτ. από το διαδίκτυο

Πέμπτη 28 Μαΐου 2020

Ilarie Voronca - Αιμορραγία, ανάβαση



 Αιμορραγία, ανάβαση


Κοντά στα όπλα σας, άνθρωποι αδυσώπητοι
Κοντά στους αετούς σας που τους μάθατε να σπαράζουν πνευμόνια

Στον όποιο φλόγες φέροντα, ανήκει ο ίσκιος μου ανάμεσα στις σκυφτές
βουνοκορφές,
Προσεκτικά ατενίζοντας την πόλη τη δεμένη με χειροπέδες άρτου.

Αλλά σας λέω: κι αν ακόμη ψάχνατε μέσα μου έως τα πιο βαθιά μου
σπλάχνα,
Όπως θα έσπαγε κανείς ένα βιολί για να βρει μέσα του τη μελωδία
Ή έναν καθρέφτη που στο βάθος του θα’ θελε να ξεδιαλύνει τις εικόνες
Τ’ όραμα που κουβαλάω εντός μου δεν πρόκειται να το φθάσετε.

Μέσ’ απ’ το πρωινό που ανοίγει μια φλέβα του
Με την ομίχλη σωρευμένη σε γυάλινα σωληνάρια,
Με την ψυχή που μέσ’ στη σάρκα, σαν σε ζουρλομανδύα,
Χτυπιέται, γδέρνει, θέλει να απελευθερωθεί,

Κι εσείς να δαγκώνετε το χιόνι και να δαγκώνεστε μεταξύ σας
Σαν τα σκυλιά ζευγμένα στο έλκηθρο που ανεβαίνει προς ποια
χιονοθύελλα;
Δήμιοι ή αδέρφια, δέστε με, βαδίζω ανάμεσά σας,
Χωρίς να ξέρω τι θα μου καρφώσετε στην πλάτη: ένα μαχαίρι ή
μια φτερούγα.


Ilarie Voronca*

*(pen name of Eduard Marcus; 31 December 1903, Brăila—8 April 1946, Paris)
 was a Romanian avant-garde poet and essayist.




πηγή:
https://cignialo.gr/ilarie-voronca-aimorragia-anavasi/



δήμιοι σωτήρες
αδιάφορη η πρόθεση

χειροπέδες άρτου
σφιχτά φορεμένες

ξέμειναν ψίχουλα
στα χέρια

πολλοί το λεν πείνα
τα πουλιά λευτεριά


Ιω

https://www.youtube.com/watch?v=eglZq4seO4I



Σημ.:Φωτ. από το διαδίκτυο


Δευτέρα 25 Μαΐου 2020

Όσκαρ Ακόστα - Τελευταίος Σταθμός



Τελευταίος Σταθμός


Όπως αυτός που φτάνει με τραίνο
στον τελευταίο σταθμό της ζωής
ήρθα στα χέρια σου τα απόλυτα διάφανα.

Παράδεισος ή δάσος ή σκεύος παρθενικό
με περίμεναν· είδα τα μακρινά έλη
και τους ακίνητους βάλτους.
Η μαγεία σου έσβηνε όλους τους κινδύνους.
Έτσι έζησα τα χρόνια, ευτυχισμένος και τρεμάμενος
μπροστά στο πρωινό φιλί σου,
μπροστά στο κομμάτι της καθημερινής τροφής
και το υγρό που καθαρίζει τα κορμιά
κι ενώνει τις υπάρξεις.

Το στήθος μου έγινε ποιο κοίλο
για να χωρέσει περισσότερη αγάπη.
Έπρεπε ν’ αφεθώ να μου μεγαλώσουν τα χέρια
για να αγγίξω όλη την αγνότητά σου
και να μακρύνω περισσότερο τα πόδια
για να φτάσω νωρίς σε σένα.

Όλα τ’ αξίζεις. Το μέλι
που οι μέλισσες φέρνουν. Τη δροσιά
που φτάνει ξαφνικά στην επιδερμίδα σου,
Τα γεράνια που φυτρώνουν στην άκρη του σπιτιού σου.
Το νερό καμωμένο ύλη θαυμαστή.

Ω! αγαπημένη, ποταμέ σπινθηροβόλε,
ψωμί εκτυφλωτικό, φωτιά ιερή,
είσαι το καλύτερο της ζωής,
το πιο υψηλό, αυτό που πεθύμησα
και τώρα έχω στο πλευρό μου
για πάντα.


Όσκαρ Ακόστα


πηγή:


***

ακολούθησα τις τελείες
στις τελείες σταματάς
-νόμος-

άλλοτε ήταν το τέλος 
άλλοτε στάση
-σιωπή-

ποιος τις βάζει τις τελείες
ρωτούσα
άλλες φορές εσύ
άλλες οι άλλοι
-καθρέφτης-

σε άλλες 
σταμάτησα
άλλες
τις έσβησα
-τίποτε- 

μόνο όταν άρχισα να τις ενώνω
έφτασα σπίτι


Ιω



Σημ.:Φωτ. από το διαδίκτυο

Σάββατο 16 Μαΐου 2020

Ρένος Ἀποστολίδης - “Μάνα φωτιά” (απόσπασμα)





Μάνα φωτιά


Νὰ κάνῃς πάντα ὅ,τι θέλεις!.. Πάντα ὑπάρχει δρόμος· 
μήν ἀκοῦς τὶς πόρνες τὶς σειρῆνες! Πάντα!.. 
Τότε θὰ δῇς: ὅλες οἱ“αἰτίες” συρρέουν νὰ δομήσουν 
ἐκ τῶν ὑστέρων τήν “τρελλή”σου “αὐθαιρεσία”!.. 
Οἱ ὑποκρίτριες!.. Νὰ τὴν κουκουλλώσουν 
τὴ θεία “αὐθαιρεσία”! Νὰ μή φλογίσῃ τὰ μέτωπα 
κι ἄλλων ἡ φλόγα της, ἡ πύρα της 
κι ἀπὸ τὰ πέρατα τοῦ κόσμου 
ὅταν ἀνάβῃ!..


Ρένος Ἀποστολίδης
 [Ἀπὸ τὸ διήγημα "Μάνα φωτιά", (Α23 σελ.321).]






πηγή:
https://www.renosapostolidis.gr/publicity-press-renos-apostolidis/115-airetikos-os-to-telos

***

να γεννάς τη φωτιά
όχι τη ζέστη
να δομείς "αυθαίρετα" στιγμές 
άναρχα·
οι αιτίες της ύπαρξης
απεχθάνονται τη στοίχιση

Ιω

https://www.youtube.com/watch?v=XFQVKgi9ECc

Σημ.:Φωτ. από το διαδίκτυο



Πέμπτη 7 Μαΐου 2020

Αντονέν Αρτώ - Βαν Γκογκ, ο αυτόχειρας της κοινωνίας




 Βαν Γκογκ, ο αυτόχειρας της κοινωνίας


Και τι σημαίνει αυθεντικός τρελός;
Είναι ο άνθρωπος που προτίμησε να γίνει τρελός, με την
έννοια που η κοινωνία δίνει στον τρελό, απ’ το να
παραβεί μια κάποια ανώτερη ιδέα της ανθρώπινης τιμής.
Μ’ αυτό τον τρόπο, η κοινωνία καταχώνιασε μέσα στ’ άσυλά της,
όλους όσους ήθελε να ξεφορτωθεί ή απ’ όσους ήθελε να φυλαχθεί,
επειδή αρνήθηκαν να γίνουν συνένοχοί της σε μερικές “υψηλές” αισχρότητες.
Γιατί ο τρελός είναι κι αυτός ένας άνθρωπος που η κοινωνία
δε θέλησε ν’ ακούσει και που τον εμπόδισε να διατυπώσει αβάσταχτες αλήθειες.
Σ’ αυτή την περίπτωση, όμως, ο εγκλεισμός στο φρενοκομείο δεν
αποτελεί το μοναδικό όπλο της κοινωνίας, το οργανωμένο σύνολο των
ανθρώπων έχει κι άλλα μέσα για να εξοντώσει και να
συντρίψει την ανθρώπινη θέληση.
Πέρα απ’ τα κοινά μάγια, που ξέρουμε απ’ τις μάγισσες
της υπαίθρου, υπάρχουν και οι μεγάλες μαζικές σαγηνεύσεις στις οποίες
συμμετέχουν κατά καιρούς όλα τα συνειδητοποιημένα κεφάλια.
Στην περίπτωση ενός πολέμου, επανάστασης, εκκολαπτόμενης κοινωνικής αναστάτωσης,
η συλλογική συνείδηση ερωτάται και αναρωτιέται, 
διατυπώνοντας έτσι τις απόψεις της.
Η συλλογική συνείδηση μπορεί ακόμη να αναμοχλευθεί 
και να εξωτερικευθεί
στην περίπτωση μερικών χαρακτηριστικών περιπτώσεων ατόμων.
Κάπως έτσι δημιουργήθηκαν οι συλλογικές λατρείες για τον Μποντλέρ, τον
Έντγκαρ Πόε, τον Ζεράρ ντε Νερβάλ, τον Νίτσε, τον Κίρκεγκαρντ,
τον Χέλντερλιν, τον Κόουλριτζ, όπως και για τον Βαν Γκογκ.
Τέτοιο πράγμα μπορεί να συμβεί την ημέρα, αλλά κατά κανόνα
συμβαίνει τη νύχτα.
Κάπως έτσι, παράξενες δυνάμεις ανασηκώθηκαν και οδηγήθηκαν, πέρα
απ’ την ανθρώπινη ανάσα, στον αστρικό θόλο, αυτό το είδος
σκοτεινού τρούλου, που αποτελεί η φαρμακερή επιθετικότητα της
κακιάς ψυχής των περισσοτέρων ανθρώπων.
Και κάπως έτσι, οι μερικές σπάνιες, διαυγείς και καλές προθέσεις,
που χρειάστηκε ν’ αγωνιστούν στη γη, βρίσκονται να είναι,
ορισμένες ώρες της μέρας ή της νύχτας, μέσα σε μια
κατάσταση πραγματικού και αντιληπτού εφιάλτη, 
ζωσμένες από μια τρομερή απομύζηση, 
μια τρομερά πλοκαμιαστή καταδυνάστευση ενός είδους
αστικής μαγείας, που θα τη δούμε σύντομα να εμφανίζεται στα,
χωρίς ενδοιασμούς, ήθη και έθιμα.
Απέναντι σ’ αυτή τη συλλογική κακοήθεια, που απ’ τη μια μεριά
έχει το σεξ και απ’ την άλλη, άλλωστε, την εκκλησιαστική λειτουργία
ή άλλες τέτοιες ψυχικής φύσης ιεροτελεστίες, ως βάση ή στήριγμα,
δεν υπάρχει αυτή η υστερία να περιπλανιέσαι το βράδυ μ’ ένα καπέλο,
που έχει δώδεκα κεριά, ψάχνοντας να ζωγραφίσεις κάποιο υποψήφιο τοπίο,
γιατί τι θα ‘κανε στο κάτω-κάτω ο καημένος ο Βαν Γκογκ
για να βλέπει, όπως παρατήρησε πολύ σωστά τις προάλλες ο φίλος μας,
ο ηθοποιός Ροζέ Μπλεν.
Όσο για το φαγωμένο χέρι, είναι απλός και καθαρός ηρωισμός,
όσο για το κομμένο αυτί, είναι κάτι που βγαίνει απ’ την άμεση
λογική και το επαναλαμβάνω,
ένας κόσμος που μέρα-νύχτα τρώει όλο και περισσότερο αυτά
που δεν τρώγονται, για να φέρει εις πέρας την κακιά
του πρόθεση, δεν έχει παρά να το βουλώσει.


Αντονέν Αρτώ
Βαν Γκογκ, ο αυτόχειρας της κοινωνίας ,
Εκδόσεις: Αιγόκερος, 2001 , 
Μετάφραση: Δέσποινα Ψάλλη




***

"Απάνω σου βλέπω τα σημάδια από ένα αρρωστιάρικο κορμί,
που ύστερα από 30 ή 50 χρόνια θα διαλυθεί στο ανυπόμονο κύλισμα του χείμαρρου,
για να βουλιάξει σ’ έναν άπατο βυθό.
Κι εγώ, μ’ όλη μου τη βλάβη, δε θα κοιμηθώ χειρότερα το βράδυ.
 Γιατί ξέρω το δρόμο μου και το γέλιο μου και τον πόνο μου".
Δ. Λιαντίνης

***

 αυτός που στάζει δρόμο 
 γέλιο, πόνο, 
σιωπά βουβός

 αυτός που ξεχειλίζει 
 γκρεμούς, ζόφο,
  δηλητήριο
φωνάζει δυνατά
με κάθε μέσο
προς κάθε κατεύθυνση

 το βράδυ θέλει σιγαλιά να κοιμηθείς
όχι φασαρία

κι εγώ θα κοιμηθώ
με το αυτί στο φεγγάρι

Ιω

https://www.youtube.com/watch?v=4bqWLgjMvjk



Σημ.: Φωτ.1  Φωτογράφηση από τον Raymond Depardon 
          των φρενοκομείων (manicomio) της Ιταλίας (από το διαδίκτυο)
          Φωτ.2  Ποίημα Βαν Γκογκ του Χρίστου Λάσκαρη (από το διαδίκτυο)

Κυριακή 3 Μαΐου 2020

Τζόρτζιο Αγκάμπεν - Ένα ερώτημα




Ένα ερώτημα
 του Τζόρτζιο Αγκάμπεν


Το παρόν αποτελεί το 3ο κείμενο του Τζιόρτζιο Αγκάμπεν από το ξέσπασμα της επιδημίας
 του Κορωνοϊού- Covid 19


«Πρῶτόν τε ἦρξε καὶ ἐς τἆλλα τῇ πόλει ἐπὶ πλέον ἀνομίας τὸ νόσημα […] καὶ τὸ μὲν προσταλαιπωρεῖν τῷ δόξαντι καλῷ οὐδεὶς πρόθυμος ἦν, ἄδηλον νομίζων εἰ πρὶν ἐπ’ αὐτὸ ἐλθεῖν διαφθαρήσεται»

[Και από άλλες απόψεις ο λοιμός έγινε αφορμή για μεγαλύτερη ανομία στην πόλη […] Κανένας δεν είχε διάθεση να επιμένει περισσότερο σε κάτι που το θεωρούσε καλό, αφού δεν ήταν βέβαιος ότι δεν
 θα πέθαινε προτού να το πραγματοποιήσει]
Θουκυδίδης, Ιστορίαι 2,53 (μτφρ. Νίκος Σκουτερόπουλος)


Θα ήθελα να μοιραστώ με όσους το επιθυμούν ένα ερώτημα επί του οποίου δεν έχω πάψει εδώ 
και πάνω από ένα μήνα να στοχάζομαι. 
Πώς είναι δυνατόν μια ολόκληρη χώρα να μη συνειδητοποιεί ότι κατέρρευσε ηθικά και πολιτικά ενώπιον μιας ασθένειας;
 Οι λέξεις που χρησιμοποίησα για να διατυπώσω αυτό το ερώτημα ζυγίστηκαν προσεκτικά μία προς μία. Το μέτρο της παραίτησης από τις ηθικές και πολιτικές αρχές μας είναι, στην πραγματικότητα, πολύ απλό: πρέπει ν’ αναρωτηθούμε ποιο είναι το όριο πέρα απ’ το οποίο δεν είμαστε διατεθειμένοι 
να υποχωρήσουμε. Πιστεύω ότι ο αναγνώστης που θα κάνει τον κόπο να εξετάσει τα ακόλουθα σημεία δε θα μπορέσει παρά να συμφωνήσει –αν δεν το έχει ήδη συνειδητοποιήσει 
ή αν προσποιείται ότι δεν το έχει συνειδητοποιήσει– ότι το κατώφλι που χωρίζει την ανθρωπιά
 από τη βαρβαρότητα ξεπεράστηκε.

1) Το πρώτο σημείο, ίσως το πιο σοβαρό, αφορά τις σορούς
 των νεκρών. Πώς μπορέσαμε να δεχτούμε, με την επίκληση 
και μόνο ενός απροσδιόριστου κινδύνου, όχι μόνο να πεθαίνουν μόνοι τους οι αγαπημένοι μας άνθρωποι και γενικά τα ανθρώπινα όντα, αλλά –πράγμα που δεν είχε ξανασυμβεί ποτέ στην ιστορία, από την Αντιγόνη μέχρι σήμερα– οι σοροί τους 
να καίγονται χωρίς κηδεία;

2) Δεχτήκαμε έπειτα, χωρίς να φέρουμε πολλά προσκόμματα,
 με την επίκληση και μόνο ενός απροσδιόριστου κινδύνου, 
να περιορίσουμε σε βαθμό που δεν είχε συμβεί ποτέ πριν στην ιστορία της χώρας, ούτε κατά τη διάρκεια των δύο Παγκόσμιων Πολέμων (η απαγόρευση κυκλοφορίας κατά 
τη διάρκεια του πολέμου περιοριζόταν σε ορισμένες ώρες) 
την ελευθερία μετακίνησής μας. Δεχτήκαμε, συνεπώς, με την επίκληση και μόνο ενός απροσδιόριστου κινδύνου,
 να αναστείλουμε κατ’ ουσίαν τις σχέσεις φιλίας και αγάπης, επειδή ο πλησίον μας έγινε πιθανή πηγή μόλυνσης.

3) Αυτά μπόρεσαν να συμβούν –και εδώ φτάνουμε στη ρίζα του φαινομένου– διότι έχουμε διαχωρίσει την ενιαία βιοτική μας εμπειρία, που είναι πάντα αδιαχώριστα σωματική και πνευματική, αφενός σε μια καθαρά βιολογική ύπαρξη και αφετέρου σε μια αισθηματική και πολιτισμική ζωή. Ο Ιβάν Ίλιτς έχει δείξει, και ο Ντέιβιντ Κέιλυ το ανέφερε πρόσφατα, την ευθύνη της σύγχρονης ιατρικής γι’ αυτό το διαχωρισμό, ο οποίος θεωρείται δεδομένος, ενώ είναι, αντίθετα, η μεγαλύτερη αφαίρεση. Ξέρω καλά ότι αυτή η αφαίρεση πραγματοποιήθηκε από τη σύγχρονη επιστήμη μέσω συσκευών ανάνηψης, οι οποίες μπορούν να διατηρήσουν ένα σώμα σε κατάσταση καθαρά φυτικής ζωής.

Αν όμως αυτή η κατάσταση επεκτείνεται πέρα από τα αναγκαία χωρικά και χρονικά όριά της, όπως προσπαθούμε να κάνουμε σήμερα, και γίνεται ενός είδους αρχή της κοινωνικής συμπεριφοράς, πέφτουμε σε αντιφάσεις απ’ τις οποίες δεν υπάρχει διέξοδος.

Ξέρω ότι κάποιοι θα σπεύσουν να μου απαντήσουν πως πρόκειται για μια κατάσταση χρονικά περιορισμένη, μετά την οποία όλα θα επανέλθουν στην πρότερη κατάσταση. 
Είναι πραγματικά παράδοξο ότι μπορούν και το επαναλαμβάνουν, εκτός αν το κάνουν με κακή πίστη, αφού η ίδια η εξουσία που κήρυξε την έκτακτη ανάγκη δεν παύει να μας υπενθυμίζει πως, όταν η έκτακτη ανάγκη ξεπεραστεί, οφείλουμε να συνεχίσουμε να τηρούμε τις ίδιες οδηγίες και ότι η «κοινωνική αποστασιοποίηση», όπως ονομάστηκε μ’ έναν εύγλωττο ευφημισμό, θα είναι η νέα αρχή οργάνωσης της κοινωνίας. Και, σε κάθε περίπτωση, αυτό που, με καλή ή κακή πίστη, έχουμε δεχτεί να μας επιβληθεί δε θα είναι δυνατόν να ακυρωθεί.

Δεν μπορώ, σε αυτό το σημείο, αφού απέδωσα ευθύνες σε καθέναν από μας, να μην αναφερθώ επίσης στις βαρύτερες ευθύνες εκείνων που έχουν το καθήκον να διαφυλάσσουν την αξιοπρέπεια του ανθρώπου. Πρώτα απ’ όλα, η Εκκλησία, έχοντας μετατραπεί σε θεραπαινίδα της επιστήμης, η οποία έχει γίνει πλέον η αληθινή θρησκεία της εποχής μας, αρνήθηκε ριζικά τις θεμελιωδέστερες αρχές της. Η Εκκλησία, υπό έναν Πάπα με το όνομα Φραγκίσκος, ξέχασε ότι ο Φραγκίσκος αγκάλιαζε τους λεπρούς. Ξέχασε ότι ένα από τα έργα του ελέους είναι να επισκέπτεσαι τους ασθενείς. Ξέχασε ότι οι μάρτυρες διδάσκουν πως πρέπει 
να είμαστε έτοιμοι να θυσιάσουμε τη ζωή και όχι την πίστη 
και πως η εγκατάλειψη του πλησίον μας σημαίνει εγκατάλειψη της πίστης.

Μια άλλη κατηγορία που απέτυχε στα καθήκοντά της είναι εκείνη των νομικών. Είμαστε εδώ και καιρό συνηθισμένοι στην απερίσκεπτη χρήση των διαταγμάτων έκτακτης ανάγκης μέσω των οποίων η εκτελεστική εξουσία αντικαθιστά στην ουσία 
τη νομοθετική, καταργώντας την αρχή της διάκρισης των εξουσιών στην οποία θεμελιώνεται η δημοκρατία. 
Στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως ξεπεράστηκε κάθε όριο, και έχει κανείς την εντύπωση ότι τα λόγια του πρωθυπουργού και του επικεφαλής της πολιτικής προστασίας αποκτούν, όπως είχε ειπωθεί για τα λόγια του Φύρερ, άμεση ισχύ νόμου. 
Και δεν είναι σαφές πώς θα διατηρηθούν, όταν εξαντληθεί 
το όριο χρονικής ισχύος των διαταγμάτων έκτακτης ανάγκης, οι περιορισμοί της ελευθερίας, όπως ανακοινώθηκε. Με ποιες νομικές ρυθμίσεις; Με μια διαρκή κατάσταση εξαίρεσης; 
Είναι καθήκον των νομικών να ελέγχουν ότι τηρούνται οι διατάξεις του συντάγματος, αλλά οι νομικοί σωπαίνουν. 
Quare siletis, iuristae, in munere vestro? 
[Γιατί σωπαίνετε, νομομαθείς, για τα πράγματα που
 σας αφορούν;]*

Ξέρω πως θα υπάρξουν εκείνοι που θα απαντήσουν ότι, αν και βαριά, η θυσία έγινε στο όνομα ηθικών αρχών. 
Σε αυτούς θα ήθελα να υπενθυμίσω ότι ο Άιχμαν, απ’ ό,τι φαίνεται καλή τη πίστει, δεν κουραζόταν να επαναλαμβάνει πως έκανε όσα έκανε ακολουθώντας τη συνείδησή του, υπακούοντας σε αυτό που πίστευε ότι είναι οι επιταγές της καντιανής ηθικής. Ένας κανόνας που διακηρύσσει ότι πρέπει
 να παραιτηθούμε από το καλό για να διασώσουμε το καλό είναι εξίσου ψευδής και αντιφατικός μ’ εκείνον που, προκειμένου 
να προστατεύσουμε την ελευθερία, μας επιβάλλει να παραιτηθούμε απ’ την ελευθερία.

13 Απριλίου 2020

Μετάφραση: Γιώργος Πινακούλας

* Πρόκειται για μια φράση με μεγάλη ιστορία. Το 1558 ο Αλμπερίκο Τζεντίλι γράφει: «Silete, theologi, in munere alieno» (Σωπάστε, θεολόγοι, για πράγματα που δε σας αφορούν), καλώντας τους θεολόγους να παραδώσουν τα ηνία των υποθέσεων του κόσμου στους νομομαθείς. Το 1946 ο Καρλ Σμιτ γράφει, με τη σειρά του: «Silete, iurisconsulti, in munere alieno» (Σωπάστε, νομομαθείς, για πράγματα που δε σας αφορούν), διαπιστώνοντας ότι τώρα καλούνται οι νομικοί να παραδώσουν τα ηνία στους τεχνοκράτες. Αυτή την προτροπή προς τους νομικούς να σωπάσουν αρνείται ο Αγκάμπεν, στο βιβλίο του Stato di eccezione (Κατάσταση εξαίρεσης)· τους καλεί να μην εγκαταλείψουν τη νομοθέτηση και την οργάνωση της κοινωνικής ζωής στους τεχνοκράτες. Γιατί σωπαίνετε, νομομαθείς, για τα πράγματα που σας αφορούν; [Σ.τ.Μ.]

πηγή:




γιατί σωπαίνεις άνθρωπε;
τα πράγματα σε κάναν άκριτο
ακατάπαυστα μιλάς για τα πράγματα
σωπαίνεις για τους ανθρώπους

Ιω


Σημ.:Φωτ. από το διαδίκτυο

Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

Σεργκέι Γεσένιν - Πρωτομαγιά (Απόδοση: Λίζα Διονυσιάδου)




Πρωτομαγιά


Υπάρχουν μουσική, στίχοι, χοροί,

ψέμα και γαλιφιά…

Ας με αποπαίρνουν για τις στροφές  –

 Μέσα τους έχουν ανθρωπιά.



Είδα μια γιορτή, γιορτή του Μάη –

κι έμεινα έκθαμβος.

Έτοιμος ήμουν στην αγκαλιά μου να ρίξω

Τις λεύτερες και παντρεμένες όλες.

Που να πας, σε ποιον να  πεις

Σε ποια «κλαψουρίσματα»,

Ότι στου ήλιου τις αχτίνες λούζονταν

Του λαού  πανηγυρίσματα.



Μα πώς οι καρδιές να μην υμνούν,

Να μην πέφτουν σε τρεμούλα;

Βολτάριζαν, χιλιάδες  τραγουδούσαν

Κι έπιναν στη ζούλα.



Ποιήματα! Ποιήματα! Όχι αρκετά προπαγανδιστικά!

Συγχωρέστε με ! Συγνώμη !

Για το πετρέλαιο πίναμε

Και για τους καλεσμένους.



Κι υψώνοντας το πρώτο μου ποτήρι,

Μονοκοπανιά

Ήπια για του Μάη το χατίρι

και την επιτροπή τη λαϊκιά.* 
 (πρόκειται για το Σοβναρκόμ,  συμβούλιο των λαϊκών  επιτρόπων)



Το δεύτερο ποτήρι, έτσι ώστε, να μην πολύ 

 γίνω στουπί,

Το ήπια περήφανα για την τάξη την  εργατική

Ενώ κάποιος έβγαζε λόγο.



Και το τρίτο ποτήρι μου το ήπια,

Σαν τον χάνο,

Για να μην γυρίσει σε ρόγχο

Της αγροτιάς το πλάνο.



Πιες, καρδιά μου! Μόνο μην γίνεις λιώμα,

Τη ζωή αφανίζοντας…

Να γιατί το τέταρτο το πιόμα

Για σένα μόνο το ήπια.


 (1925)


ΣΕΡΓΚΕΙ ΓΙΕΣΕΝΙΝ (1895 – 1925)
Απόδοση: Λίζα Διονυσιάδου




πηγή:

**



κάτι..λιγάκι..ακόμη..
https://athens.indymedia.org/post/143634/


**

Πρωτομαγιά
-ας "ξημερώσουμε" επιτέλους-

Ιω





Σημ.:Φωτ. από το διαδίκτυο