όλη η ζωή μικροί ταξιδεμοί
κάθε βήμα.. κάθε βλέμμα
το βιβλίο που θα διαβάσεις
η μουσική που θα ακούσεις·

και η μνήμη
μνήμη μου.. ο μεγαλύτερος..
Ιω

"Και πώς ξέρετε αν, καθώς ταξιδεύω έτσι, δεν έχω πάρει από πίσω, στα σκοτεινά, τον ίδιο μου τον εαυτό;"
(Φερνάντο Πεσσόα -
« Το Βιβλίο της Ανησυχίας»)

Τετάρτη 26 Αυγούστου 2020

Λάουρα Κασιέγες - Εξέλιξη




 Εξέλιξη

Θα ξημερώσει μια μέρα και θα έχουμε
μετατραπεί σε ζώα, θα είμαστε υπήκοοι
του βασιλείου που αποφασίζει να μη μιλά.
Τότε θ’ αγγίξω το δέρμα σου και θα μπορέσω
 να σε ρωτήσω
για όλες τις αλήθειες που γνωρίζεις.


Λάουρα Κασιέγες

(republication by 2666 | Los idiomas comunes | Hiperión, Madrid 2010 


πηγή:
φχαριστώ!





και μάρτυς μου ο ήλιος

με τόσες λέξεις 
θα αγγίξω
το δέρμα σου
ώσπου
γυμνή
η αλήθεια 
θα μας ντυθεί

Ιω



Σημ.: Φωτ. από το διαδίκτυο


Δευτέρα 24 Αυγούστου 2020

χέρια ολάνθιστα - αντίο




χέρια ολάνθιστα - αντίο

θυμάμαι..

"κάποια πράγματα θαρρείς.. και περνούν από γενιά σε γενιά.. ως μνήμη.. μέσα στα κύτταρα 
ζεστά φυλαγμένα.. και ξυπνούν.. με τα κατάλληλα ερεθίσματα..
και σε τυλίγουν.. σε πλημμυρίζουν.. νιώθοντας τόσο οικεία..
έτσι ξυπνούν και οι δικές μου μνήμες..
"κάθε πρωί η γιαγιά με το ολόλευκο μαλλί της ξέπλεκο.. να  φτάνει μέχρι τη μέση..
σαν φιγούρα από όνειρο.. ήρεμη.. φωτεινή...
να βγαίνει στην μικρή αυλή στο σπίτι στο χωριό.. να γυρίζει στο σημείο της Ανατολής και 
να ευχαριστεί το Θεό που και κείνη την ημέρα την ευλόγησε να αντικρίσει το φως του ήλιου..
έπειτα.. πλενόταν..μάζευε το "μαλλί αγγέλου" κρύβοντάς το στο γνώριμο μαύρο μαντήλι της.. 
άναβε το καντήλι ... έκανε την προσευχή της 
και ριχνόταν στη μάχη..της κουζίνας.. του σπιτιού.. της καθημερινότητας..
σήμερα.. πλησιάζοντας τα 90.. 
κάθε που μιλάμε στο τηλέφωνο και τη ρωτώ..
-Γιαγιάκα μου τι κάνεις πως είσαι.. πως περνάς..;
αυτή.. πάντα πρόσχαρη και χαμογελαστή (το νιώθω στη φωνή της..) ..να απαντά..
-Κορίτσι μου, για τα χρόνια μου καλά είμαι Δόξα το Θεό.. μακάρι και εσείς 
να φτάσετε  τα χρόνια μου και να είστε καλά..
και έπειτα μου περιγράφει..
"Σηκώνομαι.. το πρωί.. (όπως ακριβώς τα θυμόμουν)...
μόνο οι πολλές δουλειές ..ελαττώθηκαν... κάνω ένα πράγμα.. κάθομαι..
ένα ακόμη κάθομαι... Δόξα το Θεό.. μπορώ και προσφέρω ακόμη.."

χωρίς γκρίνιες ...χωρίς παράπονα... ταλαιπωρημένοι άνθρωποι.. βοσκοί.. 
μαθημένοι με τα λίγα...
αλλά πάντα με τον ίδιο λόγο στο στόμα.. με το ίδιο πλατύ χαμόγελο..
και αυτή και ο συγχωρεμένος λατρεμένος παππούς..
" Δόξα το θεό".."

22-07-2014



ρυζόγαλο
γιαούρτι
φέτες ψωμί βρεγμένες
με ζάχαρη και καφέ
χέρια ολάνθιστα
μου δώσαν τ' όνομα
τη χάρη
καλοκαίρια
χειμώνες
με τάισαν παραμύθια
στο στόμα
μου κάρφωσαν 
τη σπίθα 
στο βλέμμα
το δρόμο
στην ψυχή

.....

η σιωπή δεν είναι θρήνος
μνήμη είναι κι αυτή

κι η μνήμη κάποιων ανθρώπων
η ίδια σου η ζωή

φχαριστώ γιαγιά
εις το επανιδείν

Ιω



Σημ.: Φωτ. από το διαδίκτυο

Σάββατο 22 Αυγούστου 2020

Renzo Novatore - Μαύρες παντιέρες




Μαύρες παντιέρες



Μαύρα λάβαρα στον άνεμο
βαμμένα με αίμα και ήλιο.
Μαύρα λάβαρα στον ήλιο
ουρλιαχτό δόξας στον άνεμο!

Χρειάζεται να επιστρέψουμε στις ρίζες.
Να πιούμε νερό απ’ τις αρχαίες πηγές!…

Χρειάζεται να επιστρέψουμε στον ηρωικό αναρχισμό, 
στο ατομικό, βίαιο, αλόγιστο, ποιητικό,
 αποκεντρωτικό θράσος…

Και χρειάζεται να επιστρέψουμε με κάθε κομμάτι του 
σύγχρονού μας ενστίκτου, κάθε κομμάτι
 της νέας μας αντίληψης για τη ζωή και την ομορφιά, 
κάθε κομμάτι του υγιούς και συνειδητού πεσιμισμού μας, 
που δεν είναι παραίτηση ή αδυναμία αλλά ανθισμένο
 λουλούδι της πληθωρικής ζωής.
 Είμαστε οι αληθινοί μηδενιστές της πραγματικότητας
 και οι πνευματικοί κατασκευαστές 
των ιδεατών κόσμων.

Είμαστε καταστροφικοί φιλόσοφοι και δημιουργικοί ποιητές.

Περπατάμε μες στη νύχτα
μ’ έναν ήλιο στο τσερβέλο·
και με πυρωμένα μάτια
δύο πελώρια χρυσά αστέρια.
Περπατάμε…


Renzo Novatore
[Ρέντσο Νοβατόρε είναι το συγγραφικό ψευδώνυμο του Ιταλού αναρχικού ακτιβιστή, επαναστάτη και ποιητή Abele Rizieri Ferrari 
(Άμπελε Ριτσιέρι Φεράρι)]





δυο ψέματα
αφέντες σαδιστές
  τον κόσμο ορίζουν
το χρήμα και ο χρόνος

τυφλοί ακόλουθοι
πιστοί  νεκροί
στον παράδεισο
κρεμούν τάματα 

δίπλα στα μάτια 
που έχασαν 
στα δάχτυλα που μέτρησαν
και τη νεκρή ψυχή

πάψε να μετράς
βίο ανάπηρο
περπάτα

περπάτα

Ιω



Σημ.: Φωτ.1 Pierre SOULAGES
         - Eau-forte n° III, Engraving
           Year1952
         Φωτ.2 (από το διαδίκτυο)



Δευτέρα 17 Αυγούστου 2020

Μαρία Μήτσορα - από τη μέση και κάτω




από τη μέση και κάτω


" Πρώτα υπήρχε η θάλασσα. Όλα ήσαν σκοτεινά.
Δεν υπήρχε ήλιος, ούτε φεγγάρι, ούτε άνθρωποι,
ούτε ζώα, ούτε φυτά. Η θάλασσα ήταν παντού.
Η θάλασσα ήταν η μητέρα. Η μητέρα δεν 
ήταν άνθρωπος, ούτε τίποτα, ούτε κάτι. Εκείνη ήταν
το πνεύμα αυτού που επρόκειτο να έρθει
και εκείνη ήταν σκέψη και μνήμη."

Μυθολογία Kogui, Tumaco
(San Andrés de Tumaco, La perla del Pacifico)
Επιγραφή από το Μουσείο Χρυσού, Santafé de Bogotá


αποσπάσματα "χρυσού"

" Κάθε ιστορία μπορεί να διαβαστεί με 
πολλούς τρόπους.
Όπως οι γραμμές σ'ένα ραγισμένο ταβάνι."

"Μια τυχαία συνάντηση είναι και πάλι μοιραία, για τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε 
τον εαυτό μας."

"Στο Τέλος της Ύλης, η ερωτική επιθυμία συγκρούεται με μια ευχή ανυπαρξίας.
(γιατί είπαμε η ζωή πονάει)."


" Κάθε ιστορία μπορεί να διαβαστεί με
 πολλούς τρόπους.
Όπως οι γραμμές στην παλάμη μας."

" ΓΙΑ ΜΙΑ ΤΕΛΕΙΑ ΦΡΑΣΗ θα έπεφτα στα γόνατα;
Ερωτηματικά εισπνέοντας, 
θαυμαστικά εκπνέοντας,
ψάχνω τη στιγμή."

"Την ιστορία κάποιου που δεν θέλει, που δεν μπορεί να σκοτώσει με τα χέρια του κι όμως σκοτώνει συνεχώς με τη σκέψη του την ίδια πάντα γυναίκα."

" Η αφή του τρέχει πριν από τα χέρια του 
να την αγκαλιάσει."

" Καμιά φορά η τρέλα μπαίνει στα δωμάτια ξαφνικά."

" Κάθε μέρα είμαι κι ένα διαφορετικό 
πλάσμα του Θεού.
Απέξω είμαι άνθρωπος, είμαι άντρας, 
το λέω και γελάω.."

"Κατάλαβα ότι δεν είναι απαραίτητη η καλοσύνη στο θαύμα ή,τέλος πάντων, 
πως είναι διαφορετικό το θαύμα 
από το θαυμάσιο."

"..της μικρής Αφροδίτης, προορισμένης για 
τις δικές μου τσέπες. 
Θέλω το δέρμα της για φόδρα στο μακρύ πανωφόρι μου. Θέλω τα γαλανά της μάτια να 
τα πίνω στο ποτήρι, θέλω τα χείλη της ραμμένα. Ήσυχα, ήσυχα δίχως λόγια,
 θέλω να μου μάθει χορό."

"Προσευχήσου για μένα στον θεό της ερήμου 
και των έρημων ψυχών."

" Οι λεπτοί μου τρόποι δείχνουν άνθρωπο εκπαιδευμένο στην ψυχρή ευγένεια του 
ανώτατου θηλαστικού."

"Ένιωσα να μου αποκαλύπτεται μια 
καινούργια άβυσσος, 
κάτω από την άλλη τη γνωστή."

"«Συγγώρεσέ με» ψιθύρισε κι έπεσε στην αγκαλιά μου.
Έπεσε δηλαδή στο κενό αλλά δεν το κατάλαβε, πρόφτασα να βάλω τα χέρια μου 
γύρω από τους ώμους της."

"Α, τι ωραία από τη μια τα εστεμμένα κι 
από την άλλη τα δυστυχισμένα."

"Πάμε στον κήπο, δεν κάνει κρύο, 
έχει μόνο λίγες λάσπες. 
Εδώ μέσα το ψυγείο έχει γίνει «φλύαρο»."

"Καταλαβαίνω ότι ακολουθώ μια προδιαγεγραμμένη τεθλασμένη."

"Μια μελωδία τόσο γλυκιά και λυπημένη,
 που μαχαιρώνει τη σκέψη μου με τη σκέψη 
ότι έτσι μπορεί να παίζει μόνο κάποιος
 που σκότωσε το σώμα του."

"Πετάχτηκε μακριά του κι άρχισε να τρέχει, είχε γεννηθεί για να τρέχει."

"Η μικρή τρέχοντας σκεφτόταν - η αγάπη μας σταματάει, γι'αυτό δεν θ'αγαπήσω ποτέ."

"Προτιμάει τους καταραμένους γιατί αυτοί έχουν παίξει με τη φωτιά."

"ΚΟΙΤΑΖΩ ΤΗ ΔΥΣΗ πίσω από ένα τζάμι 
και με διαλέγουν οι λέξεις:
αχανές, ευάλωτο, ραγισμένο, έκρηξη, έκρηξη, δάκρυ κι ένας μέλλων αόριστος."

"Της λείπει ο αέρας. Σιγά σιγά κι αυτό συνηθίζεται, συνηθίζοντας τη γλώσσα 
των χαμένων."

"Θέλει να ψάξει να βρει την αρχή 
της βιασύνης της."

"Από τότε που ήμαστε παιδιά, κάναμε σχέδια για να σώσουμε τον κόσμο,
για να σώσουμε τις ωραίες μυρωδιές από τους μονοθεϊστές που καταστρέφουν όλα τα αρώματα στο όνομα κάποιου μέλλοντα αόριστου."

"Πίσω από τα πολύχρωμα τζάμια, 
προσεύχονται οι φλόγες των κεριών."

"«Πού θα ήθελες να είσαι;»
«Σ' ένα ακρωτήριο που λέγεται
 Το Τέλος της Ύλης».
 «Θα μου το δείξεις στον χάρτη;»
«Δεν είναι σαν το Ακρωτήριο της Καλής Ελπίδας, υπάρχει μόνο σε χάρτες μυστικούς. 
Οι παντοδύναμοι άνεμοι που φυσάνε εκεί αρπάζουνε τις επιθυμίες σου και στο τέλος χάνεις τη μνήμη σου, τ'όνομά σου»."

"Τι είναι η Ελένη; Το όνομά της αρχίζει
με το ελ αρχαίας έλλειψης κοινής σε όλους, γι'αυτό τη φοβάμαι."

" Ο σκύλος άλλαξε πλευρό και φάνηκε λίγο η γούνα της κοιλιάς του, που την ανάδευε μία Ελένη αόρατη κάνοντας την ανήξερη, αλλά δεν μπορεί να μην ήξερε τη ζωή αδέσποτου σκύλου που θα ζούσα μέχρι να μ'εξημερώσει και πάλι με τη φωνή της.
Ήσυχο, το σκυλί μας ονειρευόταν. Του πέταξα ένα χαλίκι και με κοίταξε με τον φόβο της αιώνιας πείνας και του ξουτ."

"Την άκουγα ν'αναπνέει εξαντλημένη, γιατί στον ύπνο της με είχε ήδη χωρίσει και με μία αυτοσχέδια σκούπα από αγκάθια σάρωνε ατελείωτους διαδρόμους, κελιά μοναστηριών."

"Υπάρχει μια μυστική συνεννόηση, δεν πρέπει να κοιταχτούν ποτέ."

"..τα μάτια της μυστικά τον έντυναν με 
μια ευχή παραμυθιού".

"Ευτυχώς δεν φοράει τακούνια, σκέφτηκε
 ο Γιάννης, γιατί οι γυναίκες που φοράνε τακούνια μου δίνουν την εντύπωση ότι σνομπάρουν τη γη."

"Ρήμα, άσ'το, αυτό ακριβώς ερωτεύθηκα
 σε σένα, τον τρόπο σου να είσαι ερμητικά κλειστή και τη λεπτή αλλά άθραυστη 
ισορροπία σου."

"..καθώς του φάνηκε ότι δήλωνε την παρουσία ενός όντος ευαίσθητου αλλά ικανού να συνομιλεί με τις πέτρες και το παντοδύναμο ποτάμι, κι η φαντασία του έτρεξε σ'ένα πλάσμα αρχέγονο, ένα πλάσμα αόμματο που,
 μην μπορώντας να κλάψει, έπαιρνε και 
φορούσε για μάτια αναμμένα κάρβουνα."

"..τα χαρακτηριστικά της αλλοιωμένα, κοφτερά, συντονισμένα με τα ανελέητα ρήματα 
του ποταμού."

"Λιγομίλητη και αιθέρια και βαθιά βαθιά κρυμμένη."

"..τραύλιζε στη γλώσσα των αισθήσεων λες
 και το σπέρμα του της ήταν απαραίτητο 
για να κρατηθεί στη ζωή."

"Ρήμα, ψιθυρίζει, τώρα ξέρω το μυστικό σου, εσύ πέθανες στον πληθυντικό."

"Μερικοί βλέπουν οράματα κι άλλοι γίνονται διορατικοί."

"Πουλάω πλανήτες, πουλάω απλανείς, 
αλλά δεν πουλάω τη Ζέννια."

"Έχω τρόπους να ξέρω πως ο γερο-Ζιγκ είναι βαριά άρρωστος κι έχει ξοδέψει όλες τις χρονικές επιταγές του.
Τρέφεται με σούπες δακρύων από τους υπηρέτες του, αλλά και πάλι του πέφτουν τα δόντια."

"Τίποτα πια δεν με παραξενεύει κι όλα 
τα περιμένω."

"Βιαζόταν λοιπόν να μάθει στον μικρό να παραβιάζει τις κλειδαριές της αντιύλης."

"Κι εμείς γιατί πρέπει να γελάμε όταν
 μας διδάσκουν Αστεία;
Τι μεγάλη ελευθερία να μην επιβάλλεται
 να γελάς!"

"ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΑ τα υπόγεια ρεύματα ανάμεσα στη δική μου μνήμη και τη μνήμη του κόσμου.."

"Μπορούσα να σχηματίζω με την άκρη του δαχτύλου Όχι πάνω σε αόρατα παγωμένα τζάμια."

"Εδώ που βρίσκομαι είναι μια διάρκεια κοφτερή, χάρισέ μου μια βαθιά 
κι ελεύθερη αναπνοή."

"Θυμάμαι ότι σκόνταψα μόλις την αντίκρισα - γύρισε ο αστράγαλός μου, 
πόνεσα και παραλίγο να πέσω - 
μια πτώση αφιερωμένη στο μέγεθός της."

"..τραγουδούσε ακίνητη - έπεσα μέσα της-.."

"Η φωνή της έσταζε μέσα μου ένα άγνωστο συναίσθημα, που αμέσως έβγαλε ρίζες κι απλώθηκε και μιμήθηκε τις φλέβες μου - παράλληλος χάρτης ροής προσδοκίας."

"Κοιτάσματα χρυσού κι ασημιού έκρυβε το κλουβί του θώρακά της, άλλοτε νερό τρεχούμενο ή πέτρες κοφτερές που τις λείαινε 
στο στόμα της."

"Αναρωτιόμουν ποια υπόσχεση θα μπορούσε 
να κρατήσει η φωνή της γυναίκας, ήθελα ν'ακουμπήσω το κεφάλι μου στα γόνατά της 
και να ξαναγεννηθώ."

"..μια θάλασσα - σημαία μυστικού κράτους βιαζόταν να με τυλίξει παίρνοντάς με 
στον βυθό."

"Ξάπλωσα ανάσκελα, το σώμα μου απρόθυμο να παλέψει στη σκέψη ότι η ζωή μου δεν άξιζε τέτοια προσπάθεια.
 Επιπλέοντας ευχόμουν μόνο
 ένα εύκολο τέλος."

"Χρειάστηκα ακόμα μια εβδομάδα για να θυμηθώ την τέχνη των αποδράσεων και να υφάνω
 τον αόρατο μανδύα μου."

"Και τώρα, εδώ που τελειώνει η ιστορία, πρέπει ν'αρχίσει η ζωή μου.
Πρέπει να τη χτίσω από την αρχή 
αλλά μου είναι άγνωστο το υλικό."



"Δεκαπέντε διηγήματα, μερικά ήδη δημοσιευμένα, τα περισσότερα καινούρια και γυαλιστερά
 (ακόμα κι.αν είναι σκοτεινή η λάμψη τους). Οι πρωταγωνίστριες κι οι πρωταγωνιστές πάντα 
στο σταυροδρόμι του Τυχαίου με το Προδιαγεγραμμένο, καμιά φορά τραβάνε την ουρά
 του Κέρβερου. Παίζουν με τη ζωή παίζοντας τη ζωή τους. 
Στο τέλος θα σπάσουν τα δεσμά των φράσεων και θα τρέξουν να κρυφτούν πάλι μέσα 
στους καθρέφτες."
 (Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

Μαρία Μήτσορα -  από τη μέση και κάτω
εκδ. Πατάκης, Οκτώβριος 2014



 Υπέροχη Μαρία Μήτσορα κι εδώ

***

πνεύμα·
ιδιότητα απίθανων πλασμάτων
 ευτυχής να σε βρίσκει
σαν αστραπή 
στη μέση της Μεγάλης Νύχτας
ή σαν θάλασσα
στην εποχή των Ανυπόμονων Σκαριών
- ευγνώμων-


Ιω



Σημ.: Φωτ.1 από το διαδίκτυο


          Φωτ.2 από προσωπικό αρχείο


Σάββατο 15 Αυγούστου 2020

Εουδάβε Σεσίλια - Μικροκαταρρεύσεις




Μικροκαταρρεύσεις



ΕΙΣΤΕ ΞΥΠΝΙΟΣ; 

Αν η απάντησή σας είναι ναι, λυπάμαι που σας το λέω αλλά δεν υπάρχει τίποτα για το οποίο να αξίζει τον κόπο να σηκωθείτε σήμερα 
από το κρεβάτι. 
Αλλά αν επιμένετε, πράγμα που είναι προς τιμήν σας, κάντε μου τη χάρη να τα κάνετε όλα όπως πρέπει, ώστε αύριο κάποιος άλλος 
να ξυπνήσει γνωρίζοντας ότι κάποιος 
έκανε ό, τι μπορούσε.




BACTERIA MUNDI

[..]

"Γι' αυτά δεν υπάρχει θεραπεία, σχολίασε, καθώς μου έδινε μια συνταγή για να με καθαρίσει από τα τόσο προσκολλημένα σε εμένα όντα. Τη φυλάω ακόμα, δεν έχω αποφασίσει μέχρι στιγμής πως θέλω να καταστραφώ, από τα βακτήρια 
 ή από κάποιον που με αγκαλιάζει τις νύχτες. 
Ίσως να είναι το ίδιο, στο κάτω κάτω όλοι είμαστε κόσμοι που επιζητούν να καταρρεύσουν".



ΕΟΥΔΑΒΕ ΣΕΣΙΛΙΑ 
(EUDAVE CECILIA)
 ΜΙΚΡΟΚΑΤΑΡΡΕΥΣΕΙΣ
εκδ. ΟΚΤΑΝΑ, 2019

...

ίσως 
στο κάτω κάτω

επιλέγω τρόπο
 κι επιφάνεια
ή 
την ψευδαίσθηση της επιλογής


Ιω





Σημ.: Φωτ.1 από το διαδίκτυο

          Φωτ.2 από προσωπικό αρχείο



Κυριακή 9 Αυγούστου 2020

Ο Χρόνος και οι Αναρχικοί στην ταινία «Μεγαλέξαντρος» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου




Ο Χρόνος και οι Αναρχικοί 
στην ταινία «Μεγαλέξαντρος» του Θεόδωρου Αγγελόπουλου


Μα πως γίνεται ο χρόνος να έχει ώρες, λεπτά και δευτερόλεπτα; 
Ο άνθρωπος γελιέται όταν νομίζει ότι το θηρίο που λέγεται χρόνος πιάστηκε στο δόκανό του. Τον καρατόμησε από το μηδέν έως 
το εικοσιτέσσερα και από το μηδέν έως το εξήντα και έτσι ορίζει άλλους ανθρώπους. Όποιος είναι έξω από αυτούς τους αριθμούς βαφτίζεται με υποκοριστικά όπως: απροσάρμοστος, τρελός, φαντασμένος, περιθωριακός, τεμπέλης. Άνθρωποι που δεν χωράνε στην έννοια της κοινωνίας, εχθροί της φερέφωνης κανονικότητας. Ο ανθρώπινος χρόνος δεν είναι τίποτα άλλο παρά δυνάστης.
Στην ταινία του Θεόδωρου Αγγελόπουλου «Μεγαλέξαντρος», τα παραπάνω φαίνονται καθαρά μέσα από μια ελεύθερη ορεινή κοινότητα, ένα σταματημένο ρολόι και του ρόλου των αναρχικών, που εμφανίζονται στην κοινότητα.

Ο δυνάστης Μεγαλέξαντρος, 
στην ομώνυμη ταινία του Θεόδωρου Αγγελόπουλου, καταφθάνει με την ένοπλη ομάδα του 
καθώς και με μια ομάδα Ιταλών αναρχικών, σε ένα χωριό. Οι χωριανοί τούς υποδέχονται με χαρά
 και το ίδιο βράδυ στήνουν γλέντι για το καλωσόρισμά τους. Οι χωρικοί διαμηνύουν στους αναρχικούς ότι στο χωριό δεν υπάρχει ιδιοκτησία, όλοι είναι ίσοι και ότι για να μείνουν θα πρέπει και αυτοί να βοηθήσουν στην καλλιέργεια, στην βιοτεχνία αλλά και να υπερασπίσουν το χωριό όταν χρειαστεί. Μια άλλη ιδιαιτερότητα του χωριού είναι ότι το κεντρικό ρολόι της πλατείας είναι σταματημένο από τους ίδιους του χωρικούς. Τα ρολόγια που μετρούν το χρόνο, γι’ αυτούς είναι δυνάστες. Η εξουσία που ασκούν είναι τέτοια ώστε μπορούν να ορίζουν τις ζωές των ανθρώπων. Κανείς δεν είναι ελεύθερος όταν υπάρχουν τα ρολόγια που έχουν υποτάξει τον χρόνο, κανείς δεν έχει την ελευθερία να πορεύεται άναρχα και ανεξούσια στο πλαίσιο που ορίζουν αυτά.

Στην πορεία της ταινίας, ο δυνάστης Μεγαλέξαντρος με το ασκέρι του δεν είναι επιθυμητός στο χωριό. Σφάζει όλα τα πρόβατα και αρχίζει να εξουσιάζει τους χωρικούς. Σε μια του είσοδο στο χωριό ο Μεγαλέξαντρος στέκεται κάτω από το σταματημένο ρολόι και το κοιτάζει. Κάνει νεύμα σε κάποιον μαχητή του και αυτός ανεβαίνει στο ρολόι και το ξαναβάζει σε λειτουργία. Ο κόσμος αντιδρά. Ένας χωριανός του φωνάζει: Καπετάνιε γιατί; Εμείς το είχαμε ξεχάσει τόσο καιρό! Δεν μας χρειάζεται η ώρα! Δεν μας ορίζει κανένας! Αυτές οι τέσσερις κουβέντες αποτυπώνουν την σημασία τού σταματημένου ρολογιού, αποτυπώνουν την εξέγερση των χωρικών απέναντι στην κανονικότητα του κατασκευασμένου χρόνου, την ελευθερία της ορεινής κοινότητας. Οι αναρχικοί που κατέφυγαν στο χωριό που δυνάστευε ο Μεγαλέξαντρος ήταν εκεί γιατί οι χωριανοί είχαν σταματήσει το ρολόι του χωριού. Ο εξουσιαστής Μεγαλέξαντρος βάζει τέλος σε αυτή την συνθήκη, θέτοντας το ρολόι σε λειτουργία.
Στον τόπο αυτό πλέον οι αναρχικοί ένιωθαν ξένοι, το ρολόι ξαναλειτουργούσε δίνοντας το εναρκτήριο λάκτισμα στην κανονικότητα, που όριζε ο δυνάστης Μεγαλέξαντρος.

Ο ρόλος των αναρχικών στην ταινία  Μεγαλέξαντρος» του Θ. Αγγελόπουλου παραπέμπει σε μια χαμένη ομορφιά, που θάφτηκε με το πέρασμα του χρόνου. Σε μια ευτοπία όπου ο χρόνος δεν βρίσκεται στα ρολόγια, αλλά διαβαίνει έναν κύκλο που περιλαμβάνει τον Ήλιο, τη Σελήνη, τα Αστέρια και από εκεί περνά στην πέτρα και το χώμα και τις καρδιές των ανθρώπων. Όλα τα παραπάνω μετράνε διαφορετικά τον χρόνο μέσα τους, αλλά όλα συνεννοούνται και συνυπάρχουν. Ο ηγεμόνας με την επανέναρξη του ρολογιού δίνει το σύνθημα της υποταγής. Ο χρόνος πλέον, όπως και ο Μεγαλέξαντρος θα ορίζει τις ζωές των χωριανών. Έτσι, εγκλωβισμένοι στον ορισμό του χρόνου, που δημιουργεί ο ηγεμόνας Μεγαλέξαντρος, δεν έχουν άλλο δρόμο από το να εξεγερθούν απέναντι του, με το τίμημα να πεθάνουν.

Την νύχτα, οι αναρχικοί, εγκαταλείπουν το χωριό και στο διάβα τους σπάνε το ρολόι, απελευθερώνοντας και πάλι τον χρόνο, μια πράξη με χαρακτήρα προκήρυξης, που εξηγεί τους λόγους του φευγιού τους. Ο δυνάστης τούς καταδιώκει και τους σκοτώνει, θεωρώντας έτσι ότι προστατεύει την τυραννία του. 
Οι ιδέες, όμως, δεν πεθαίνουν και ούτε φυλακίζονται. Ο σπόρος είχε πεταχτεί απλώς δεν βλάστησε αμέσως. 
Η τυραννία του Μεγαλέξαντρου από εκεί και έπειτα μετράει αντίστροφα. 
Το ρολόι του χωριού θα σταματήσει ξανά.

Ελευθερόκοκκος

Δημοσιεύθηκε στην μηνιαία αναρχική εφημερίδα ΔΙΑΔΡΟΜΗ ΕΛΕΥΘΕΡΙΑΣ,
 φ. 178, Ιανουάριος 2018

πηγή:

τις ευχαριστίες
τα σέβη μου!

***


σε στίχους ωροδείκτες 
σε λεπτοδείκτες άναρχους

στα τικ τακ
της μεγάλης δίψας

ακούραστα
εκρήγνυμαι

άλλωστε 
μια ζωή αργώ

κι άλλη μια
με φθάνω

Ιω



Σημ.: Φωτ. δανεισμένη από τον Ε.Μ.
          (μερσί πολύ)



Τρίτη 4 Αυγούστου 2020

Πωλ Ελυάρ - Να κοιμάσαι






Να κοιμάσαι


Να κοιμάσαι
με τον ήλιο στο ένα μάτι και με το φεγγάρι στο άλλο

μ’ έναν έρωτα στο στόμα κι ένα ωραίο πουλί μέσ’ στα μαλλιά
στολισμένη σαν τους κάμπους, σαν τα δάση, σαν τη θάλασσα
στολισμένη και πεντάμορφη σαν το γύρο του κόσμου.

Να φεύγεις και να χάνεσαι
μέσ’ απ’ τους κλώνους των καπνών και τους καρπούς του ανέμου
πόδια πέτρινα με κάλτσες άμμου
γερά πιασμένη από του ποταμού τους μυώνες

και μιαν έγνοια, τη στερνή, στην καινούρια σου όψη επάνω.



Paul Eluard 
  (μτφρ.: Οδυσσέας Ελύτης)

πηγή :

***

απόμακρα κοντά
αδιάκοπα γεννώντας όψεις 

στη φλέβα κυλά θάλασσα
στο βλέμμα Ουρανός

ξέφυγα τους χίλιους λογισμούς
στην εξορία του  ενός περπατώ

χωρίς εποχές
με μέτωπο ακάλυπτο

ο μόνος χρόνος που μετρώ είναι η μνήμη
όχι του χθες

μα της επόμενης γέννας
του γύρου του κόσμου μου

του απείρου

Ιω



Σημ.: Φωτ. από το διαδίκτυο