"το αίσθημα του Υπέροχου (Υψηλού) συνεπάγεται το βίωμα του μη πεπερασμένου. Αυτό που προκαλεί το αίσθημα αυτό είναι η αγριότητα, το χάος, η αταξία και η ερήμωση."
Ονομάζουμε υπέροχο (Υψηλό) αυτό που είναι απόλυτα μεγάλο. Η ικανότητα της φαντασίας να αντιληφθεί ολόκληρη την παράσταση με μία και μόνη εποπτεία έχει ένα ανώτερο όριο. Το αντικείμενο του οποίου το αισθητό ή το νοητό μέγεθος ωθεί την ικανότητα της φαντασίας ως τα όριά της είναι απόλυτα μεγάλο( υποκειμενικά): φτάνει στα όρια που νιώσαμε και εμφανίζεται σαν να ήταν άπειρο.
Η "φύση" λέει ο Καντ" είναι υπέροχη σε εκείνα τα φαινόμενα της, των οποίων η εποπτεία παρέχει
την Ιδέα της απειρότητάς τους". Όταν γεννιέται αυτή η Ιδέα, ο Λόγος απαιτεί να αποδοθεί ως ολοκληρωμένη ολότητα, να παρασταθεί ως δυνατή εμπειρία. Προσπαθώντας να το ικανοποιήσει, η φαντασία φτάνει στα όρια των δυνατοτήτων της, αποκαλύπτει την αποτυχία και την ακαταλληλότητά της, όταν συγκρίνεται με τις απαιτήσεις του Λόγου, και μας κάνει αντιστικτικά να αντιληφθούμε τη μεγαλοπρέπεια του ίδιου του Λόγου. Έτσι γεννιέται το αίσθημα του Υπέροχου (Υψηλού).
Η χαρά και η ανάταση που νιώθουμε στην παρουσία του Υπέροχου (Υψηλού) είναι η φυσική ανθρώπινη ηδονή που νιώθουμε όταν μας υπενθυμίζουν ότι διαθέτουμε "μια νοητική ικανότητα που υπερβαίνει κάθε μέτρο της αίσθησης". Το συναίσθημα του Υπέροχου (Υψηλού) εμπεριέχει μια οδύνη, τη συναίσθηση της διαφοράς ανάμεσα στη φαντασία και το Λόγο, αλλά μετασχηματίζεται σε ηδονή, επειδή αντανακλά τη μεγαλοσύνη του Λόγου. Έτσι το Υπέροχο (Υψηλό) μας συγκινεί, δεν μας φέρνει σε κατάσταση "ήρεμης θέασης" όπως το ωραίο. Το συναίσθημά μας έχει κάποια ομοιότητα με το σεβασμό μας για τον ηθικό νόμο. Το "υπέροχο αντικείμενο, μολονότι το ίδιο δεν έχει καμία τελικότητα μας γνωστοποιεί μια υποκειμενική τελικότητα στη χρήση της γνωστικής λειτουργίας μας". Ο Λόγος δεν μας παρέχει υπεραισθητές γνώσεις, αλλά παίζει το ρόλο του ρυθμιστή των πράξεων της διανοίας πάνω στην αίσθηση, απαιτώντας να υπάρξει στο σύστημα των γνώσεων μας μια πληρότητα που θα μπορούσε να επιτευχθεί μόνον αν ξεπερνούσαμε τα όρια του φαίνεσθαι και φτάναμε ως τα πράγματα καθ' εαυτά. Η μεγαλοσύνη μας, ως έλλογων όντων, είναι ότι εκτιμάμε και χαιρόμαστε το Υπέροχο (Υψηλό).
(Παρατηρήσεις πάνω στο αίσθημα του ωραίου και του υπέροχου. Μετάφρ. Χάρης Τασάκος.
"Printa", Αθ. 1999)
μα η ψυχή
απ'τις θύμησες
λείανε..
και έγινε σαν βότσαλο
στρογγυλό..
αιώνες τώρα περιμένει να βραχεί..
στην αμμουδιά του χρόνου
μα μόνον πέλματα γυμνά τη συντροφεύουν..
ευχή ψελλίζει ..στα κρυφά.. "ένα χεράκι παιδικό να 'ρθει..
να με αρπάξει..
να με πετάξει στη θάλασσα..με ορμή
να κάνω γκελ στην επιφάνειά της..
στα σπλάχνα της να βυθιστώ..
πιάνοντας.. πάτο..
και εκεί να μείνω.. μέχρι η Γης να αλλάξει.."
να "επιπλέεις".. συχνά..
να "πατώνεις".. όταν χρειαστεί..
πάντα σε σένα θα γυρνώ..
ασήμαντη.. να στέκομαι στα ακροδάχτυλά σου.. να ξαποσταίνω τις σκέψεις μου..
να ρουφώ τον ήλιο που πέφτει πάνω σου.. θυσία..
να σπάει σε χιλιάδες καθρεφτάκια..
και συ να ανατριχιάζεις..
πάντα σε σένα θα γυρνώ..
σαν δολοφόνος που επιστρέφει
στου εγκλήματος τον τόπο.. εσύ.. το τέλειο έγκλημά μου.. μόνο μέσα σου..
μπορώ να πνίξω..
κάθε τι που πονάει..
μόνο μέσα σου..
δεν μπορεί κανείς να με δει να κλαίω..
γιατί
γίνομαι ολόκληρη μια σταγόνα...
χωρίς αποτυπώματα..
πάντα σε σένα θα γυρνώ.. κάνω συλλέκτη την ψυχή..
της εικόνας σου.. της μυρωδιάς..των ήχων..
της φωτιάς σου..
γεμίζω..από σένα..
και σαν πυρωμένο σίδερο σβήνω τη ψυχή μου στο νερό..
να γίνει ατσάλι..
να πάρει πάλι τη μορφή..
που της πρέπει..